Το Μεγανήσι σε χρηματοδοτούμενη ερευνητική πρόταση της Δέσποινας Νάζου, κοινωνικής ανθρωπολόγου, από την Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας.
«Αρχαιολογία, Τουρισμός και Τοπικές Κοινωνίες»
Την 44η θέση σε σύνολο 150 -προς υλοποίηση- προτάσεων που επιλέχθηκαν από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας για να χρηματοδοτηθούν έλαβε η ερευνητική πρόταση της κοινωνικής ανθρωπολόγου Δέσποινας Νάζου με το ακρωνύμιο «Archaeotour».
Ο πλήρης τίτλος της έρευνας, η οποία επιλέχθηκε ως έρευνα επιτυχούς διεπιστημονικής συνομιλίας της Αρχαιολογίας, των Σπουδών Τουρισμού και της Κοινωνικής/Πολιτισμικής Ανθρωπολογίας είναι: «ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ, ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ: υποδοχή, πρόσληψη και οικειοποίηση του αρχαιολογικού αποθέματος στη νησιωτική Ελλάδα (Δήλος-Ρήνεια- Μύκονος (Κυκλάδες), Μεγανήσι-Λευκάδα (Ιόνιο)».
Η Δέσποινα Νάζου είναι συμβασιούχος Λέκτορας/Διδάσκουσα στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου στο Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και στο νεοσύστατο Τμήμα Οικονομικής και Διοίκησης Τουρισμού, στη Χίο. Πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης. Κατέχει από το 2003 διδακτορικό τίτλο, όπως και μεταδιδακτορικό τίτλο από το 2006, από το Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Τα επιστημονικά πεδία που κινείται αφορούν στην Ανθρωπολογία του Τουρισμού, την έμφυλη επιχειρηματικότητα, τις πολιτισμικές/κοινωνικές ταυτότητες στον νησιωτικό χώρο του Αιγαίου (Μύκονος, Λέσβος, Ρήνεια), του Ιονίου και στη διαχείριση της πολιτιστικής τους κληρονομιάς.
Μεταξύ των 10 καλύτερων ερευνών στην κατηγορία της
Η έρευνά της διαγωνίστηκε ανάμεσα σε 1.670 που κατατέθηκαν στη ΓΓΕΤ και αφορούν –μέχρι στιγμής- στα ακόλουθα επτά ευρύτερα επιστημονικά πεδία: Φυσικές Επιστήμες, Επιστήμες Ζωής (Ιατρικής και Επιστημών Υγείας), Γεωπονικές Επιστήμες, Μαθηματικά και Επιστήμες της Πληροφορίας, Κοινωνικές Επιστήμες, Ανθρωπιστικές Επιστήμες (και Τέχνες), Περιβάλλον και Ενέργεια.
Η «Archaeotour» αποτελεί «καρπό» συνεργασία της Επιστημονικής Υπεύθυνη/βασικής μεταδιδακτορικής ερευνήτριας Δέσποινας Νάζου, με την αναπληρώτρια καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας Νένα Γαλανίδου (Πανεπ. Κρήτης) και μια ευρύτερη ομάδα αριστούχων μεταπτυχιακών φοιτητών και υποψηφίων διδακτόρων που υποστηρίζουν επιστημονικά το όλο εγχείρημα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, η έρευνα κατατάχτηκε μέσα στις 10 καλύτερες ερευνητικές προτάσεις στην υπο-ενότητα «Κοινωνική και Πολιτισμική Ανθρωπολογία) ως μεταδιδακτορική διεπιστημονική έρευνα Αριστείας και Καινοτομίας. Από τις 250 υποβληθείσες προτάσεις, επιλέχτηκαν οι 28.
Φορέας αξιολόγησης και χρηματοδότησης της πρότασης είναι η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ)/ Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ).
Πρόκειται για μια μεγάλη συλλογική διάκριση, αλλά και σημαντική διάκριση για τον καθένα/καθεμιά ερευνητή/τρια προσωπικά και ειδικά για την επιστημονική υπεύθυνη σχεδιασμού και υλοποίησης της πρωτότυπης έρευνας, τη Δέσποινα Νάζου.
Το Πανεπιστήμιο Κρήτης (Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας), θα στεγάσει και θα υποστηρίξει την έρευνα σε όλη τη διάρκεια της (3,5 χρόνια).
Σύντομη περίληψη και παρουσίαση της έρευνας
Η προτεινόμενη έρευνα πρόκειται ν’ αναπτυχθεί σε πέντε –κυρίως- Ελληνικά νησιά για να μελετήσει τους τρόπους με τους οποίους η αρχαιολογική έρευνα και το μνημειακό απόθεμα (ευρήματα- υλικότητες του παρελθόντος) που αποκαλύπτει διασταυρώνονται, συμπορεύονται ή και συγκρούονται με τις τοπικές κοινωνίες.
Βασικός σκοπός της είναι η καταγραφή και αξιολόγηση της υποδοχής, υιοθέτησης και «κατανάλωσης» των αρχαιολογικών δραστηριοτήτων από τις διάφορες ομάδες συμφερόντων που ζουν σε κάθε νησί.
Γενικότερα η έρευνα αφορά στους τρόπους που η αρχαιολογία ως επιστήμη, οι ανασκαφές ως πρακτική και τα ευρήματά τους εγγράφονται μέσα στην καθημερινότητα των τοπικών κοινωνιών. Στους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τα μνημεία, την κληρονομιά, τους τρόπους που τους αποδίδουν συμβολικό νόημα, αλλά και τα βιώνουν, τα εντάσσουν στη ζωή τους, στη συλλογική τους μνήμη και τα χρησιμοποιούν ως “δημόσια” ή τοπική ιστορία. Επίσης η «Δημόσια Αρχαιολογία» προσπαθεί να αναδείξει τον τρόπο άσκησης των «πολιτικών» διαχείρισης μιας ανασκαφής ή των μνημείων από όλους τους φορείς που εμπλέκονται σε αυτή τη διαχείριση. Ως εκ τούτου, η έρευνα επιδιώκει να «φωτίσει» τη θέση της Αρχαιολογίας στη δημόσια σφαίρα της καθημερινότητας, όταν αυτή φτάνει στον κόσμο, έξω πια από τα πανεπιστήμια και καθορίζει και καθορίζεται από την κυρίαρχη ιδεολογία, τα πολιτικά συμφέροντα, τον ενεργό ρόλο των πολιτών των τοπικών κοινωνιών, ώστε οι ίδιοι να ορίσουν και να διαχειριστούν ζητήματα πολιτιστικής ταυτότητας και κληρονομιάς.
Μέσα από τη θεωρητική οπτική της Δημόσιας Αρχαιολογίας, της Ανθρωπολογίας του Τουρισμού και των Σπουδών Τουρισμού, καθώς και με τα ποιοτικά μεθοδολογικά εργαλεία της εθνογραφικής έρευνας πεδίου, καθώς και της αρχειακής έρευνας, θα διερευνηθούν οι κοινωνικές ταυτότητες που αναδύονται δυναμικά σε δύο τοπικές νησιωτικές κοινωνίες τον 21ο αιώνα αναφορικά με τις υλικότητες του παρελθόντος και της ‘κληρονομοποίησής τους. Στη Μύκονο η έρευνα θα αναπτυχθεί γύρω από τους αρχαιολογικούς χώρους της Δήλου και της Ρήνειας, στο Μεγανήσι γύρω από τις προϊστορικές θέσεις της Παλαιολιθικής Εποχής και της Ύστερης Εποχής του Χαλκού που έφερε στο φως η επιφανειακή έρευνα του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Οι μελέτες περίπτωσης της Δήλου και της Ρήνειας στο Νότιο Αιγαίο και του Μεγανησίου στο Κεντρικό Ιόνιο προσφέρουν μια κοινή συγκριτική βάση και πολλαπλά φίλτρα ερμηνείας της σχέσης της αρχαιολογίας, αλλά και της ανθρωπολογίας με το ευρύ κοινό και της σχέσης της αρχαιολογίας με το αίτημα ή το πρόταγμα της τουριστικής ανάπτυξης.
Οι κοινωνικές επιπτώσεις της έρευνας
Η «Archaeotour» δύναται να συμβάλει στην οικονομική και κοινωνική ενδυνάμωση των τοπικών κοινωνιών, οι οποίες μπορούν να αρθρώσουν το δικό τους λόγο και να αποκτήσουν ορατότητα μέσα από την εθνογραφική τους παρουσίαση, προκειμένου να αξιώσουν τρόπους χρήσεις του πολιτισμού τους στο πλαίσιο μιας τουριστικής ανάπτυξης με βάση τις ανάγκες τους και τις δικές πολιτισμικές εννοιολογήσεις.
Μέσω της υλοποίησής της θα ενημερωθούν και θα ευαισθητοποιηθούν οι τοπικοί και εθνικοί φορείς πολιτισμού και τουρισμού, όπως ο ΕΟΤ, οι Αρχαιολογικές Εφορείες, οι Δήμοι, οι Δημοτικές πολιτιστικές Εταιρείες. Οι συνέργειες με το Πανεπ. Κρήτης και η δημιουργία κοινών πολιτιστικών και εκπαιδευτικών δράσεων, θα βοηθήσουν στη χάραξη πολιτικών και νέων κατευθύνσεων στην τουριστική πολιτιστική πολιτική. Η συνεργασία του πανεπιστημίου με τις τοπικές κοινωνίες θα ωθήσει στην ανάδειξη νέων τουριστικών προϊόντων, ενώ μέσα από την παραπάνω διαδικασία, θα δοθεί η δυνατότητα να απευθύνουν αιτήματα στις αγορές για ποιοτικό τουρισμό.
Διάδοση και κοινωνική αξιοποίηση των αποτελεσμάτων
Στα άμεσα σχέδια της κ. Νάζου και της ομάδας της περιλαμβάνονται η διαμόρφωση ηλεκτρονικής πλατφόρμας με βάση τα αποτελέσματα του έργου για χρήση από τους πολιτιστικούς και εκπαιδευτικούς φορείς, η δημιουργία θερινών Σχολείων με τη συμμετοχή και φοιτητών από το εξωτερικό, καθώς και σεμιναρίων και ημερίδων σε συνέργεια με τους Φορείς που θα υποστηρίξουν τη διεξαγωγή της έρευνας μέσα από την παροχή δεδομένων και αρχειακού υλικού.
Επιπλέον, θα επιχειρηθεί συνεργασία με τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, στην οποία θα παρασχεθεί υλικό για την υποστήριξη διαλέξεων για τις τοπικές κοινωνίες, τις αρχαιολογικές τους υλικότητες και τη δημόσια χρήση τους.
Ανάλογες συνεργασίες θα προκύψουν με Δημοτικές Βιβλιοθήκες, Αναγνωστικές Λέσχες και Συλλόγους, που θα λάβουν διαλέξεις και γραπτά και ηλεκτρονικά αποτελέσματα προς χρήση από τα μέλη τους.
Τα αποτελέσματα θα έχουν τη μορφή μονογραφίας, ψηφιακής πλατφόρμας με χρήση των σύγχρονων τεχνολογιών προκειμένου να αποτελέσουν τη βάση δημιουργίας ελκυστικών τουριστικών προϊόντων και τέλος, μορφή δημοσιευμάτων σε επιστημονικά περιοδικά και συνέδρια.
Η κυρία Νέζου ήταν μέλος της ερευνητικής ομάδας στα πλαίσια της αρχαιολογικής έρευνας που έγινε στο Μεγανήσι το 2011.
http://www.koinignomi.gr/news/politismos/2018/02/02/arhaiologia-toyrismos-kai-topikes-koinonies.html
Στ_Ζ
8 Φεβρουαρίου 2018 @ 14:00
Η δημοτική αρχή κατανοεί την ανάγκη μιας τουριστικής πολιτιστικής πολιτικής; Και αν το ερώτημα είναι ρητορικό, αφού είναι σαφές από την μέχρι σήμερα πολιτική της, ότι δεν ανήκουν αυτά στην σφαίρα προβληματισμού της, τότε ποιος είναι αυτός που θα μπει μπροστά με τις ανάλογες και αναγκαίες πρωτοβουλίες; Ή μήπως είναι και αυτό κάτι που το αφήνουμε στην άκρη;