Κρεοπωλοπαντοπωλείο-ουζερί «Πάκης»…Εδώ τελειώνει μια ιστορία!

 

Οριστικά πια κλείνει το  μαγαζάκι του Πάκη (Παναγιώτη Δάγλα) σφραγίζοντας έτσι μια ολόκληρη   εποχή. Το τελευταίο παραδοσιακό πολυκατάστημα πολύ προτού εμφανιστούν στην Ελλάδα οι μεγάλες πολυεθνικές υπεραγορές.

«Το μεγαλύτερο σούπερ-μάρκετ, στο μικρότερο χώρο.»

Ο Πάκης έχει γράψει την δική του ιστορία στο Κατωμέρι κι είναι το τελευταίο από τα παλιά μαγαζιά που λειτουργούσε ακόμα. Μετράει πάνω από έναν αιώνα  λειτουργίας.

Άλλο ένα φως έσβησε στην κεντρική αγορά του Κατωμερίου ερημώνοντας περισσότερο εκείνη την γειτονιά που κάποτε ήταν γεμάτη ζωή κόσμο και φασαρία.

Το μαγαζί άνοιξε  ο Μπάρμπα Αντρέας Δάγλας πατέρας του Πάκη, ως Κρεοπωλείο- Μπακάλικο-Καφενείο- Ουζερί-Γενικό εμπόριο και όχι μόνο.

Ποιος δεν θυμάται το λευκαδίτικο σαλάμι που αγοράζαμε φέτα -φέτα για το σχολικό μας κολατσιό…

Ποιος έχει ξεχάσει τη μυρωδιά από το κοκορέτσι και το σπληνάντερο  κάθε Κυριακή μετά την εκκλησία σερβιρισμένο σε κομμάτια καφέ λαδόκολλας με τη φετούλα το ψωμί δίπλα.

Το κρεμασμένο καλάμι με τα λευκαδίτικα κουλούρια…

Τα παγωτά ΑΓΝΟ με το κυπελλάκι και το ξυλάκι, κι αργότερα τα ΕΒΓΑ με το κερασάκι στο πάτο.

Όμως  τα είδη που υπήρχαν στο μικροσκοπικό χώρο δεν τελειώναν εκεί. Ο μπάρμπα Αντρέας κάλυπτε κάθε ανάγκη του νοικοκυριού.

Αλεύρι-λάδι- πετρέλαιο-τσιμέντα.

Τα εμπορεύονταν από την Κέρκυρα και τα μετέφερε με καΐκι. Τα  αποθήκευε προσωρινά στο Βαθύ στο χώρο που είναι σήμερα το «Πέτρινο» που τον είχε νοικιάσει  και ανέβαζε στο μικρό μαγαζάκι τις ποσότητες που χρειάζονταν.

Κρέας

Αγόραζε μικρά κοπαδάκια ( 10-15 κεφάλια) λόγω της δύσκολης μεταφοράς και των καιρικών συνθηκών από τις γύρω περιοχές ανά δεκαπέντε περίπου ημέρες. Τα ζώα άφηνε ελεύθερα στο Φανάρι μέχρι να οδηγηθούν στον τάκο και στο τσιγκέλι του παραδοσιακού κρεοπωλείου. Κάθε Σάββατο είχε υπαίθρειο σφαγείο, και την Κυριακή φρέσκο κοκορέτσι.

Είδη μπακαλικής, ραπτικής υφαντουργίας.

Κλωστές, γνέματα μπογιές βελόνια. Η ζυγαριά με τα δράμια θα πρέπει να υπάρχει ακόμα.

Κρασί -μούστο.

Από τα χωριά της Λευκάδας, κυρίως τη Βασιλική , και από την Πάτρα, έφερνε 15 τόνους σταφύλι μέσα σε κόφες που κουβαλούσαν με πολλά δρομολόγια οι γυναίκες στο κεφάλι τους μέχρι το πατητήρι. Πάταγαν τα σταφύλια και τα τσίπουρα που έμεναν τα πήγαιναν στα λιτρουβιά. Τα έβαζαν μέσα σε» φάκελα» από ψάθες  και τα στράγγιζαν καλά να βγει ο μούστος.

Πολλές φορές τα σταφύλια πήγαιναν στη Μαδουρή όπου εκεί η φιλοξενία ήταν δεδομένη αφού ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης ήταν νονός του μπάρμπα Αντρέα. Έχει πολύ ενδιαφέρον η  ιστορία…

Ο πατέρας του ο μπάρμπα Γιάννης ψαράς στο επάγγελμα πούλαγε ψάρια στο Σκορπιό και στη Μαδουρή όπως οι περισσότεροι τότε ψαράδες. Ο Βαλαωρίτης είχε εκτιμήσει το ήθος και την εργατικότητά του και του πρότεινε να εργαστεί για αυτόν ως μεταφορέας με το καΐκι του. Ο Γιάννης έθεσε όρο στον Βαλαωρίτη να πάρει μαζί και τον αδερφό του κι εκείνος δέχτηκε. Έτσι έμειναν κι οι δύο στη δούλεψη του μεγάλου ποιητή. Εκεί γνώρισε την γυναίκα του Αλεξάνδρα, Καρσάνα στην καταγωγή. Οι Καρσάνοι φρόντιζαν τα αμπέλια του Βαλαωρίτη. Παντρεύτηκαν έκαναν οικογένεια εξακολουθώντας να δουλεύουν στη Μαδουρή και να πηγαινοέρχονται με το καίκι στο Μεγανήσι τα Σαββατοκύριακα. Έτσι  Ο Βαλαωρίτης βάφτισε τον Αντρέα που τον αγαπούσε σαν δικό του παιδί.Όταν μεγάλωσε τον πήρε στην Αθήνα. Δεν του άρεσε όμως εκεί και γύρισε πίσω στο νησί όπου έγινε χασάπης και έμπορας. 

Και άνοιξε το μαγαζί…

Εικόνες αξέχαστες των παιδικών μας χρόνων που κράτησε ζωντανές ο Πάκης όταν πέρασε στα χέρια του το μαγαζί.

Ένας γλυκομίλητος  καλοσυνάτος άνθρωπος που άφησε το χώρο του μαγαζιού απείραχτο σαν παραδοσιακός μπακάλης. Χωρίς μοντέρνες ανακαινίσεις  κράτησε τη ζεστασιά του παλιού τραπεζιού της καρέκλας της ξυλόσομπας  του ξύλινου πάγκου, διατηρώντας ακόμα και την χαρακτηριστική  διακόσμηση των τοίχων εκείνης της γενιάς. Διαφημιστικές αφίσες προϊόντων και τιμοκατάλογοι. Ακόμα και το γατζέλο….

Το μόνο παράκαιρο κομμάτι …η ταμειακή!

Αναγκάστηκε παρόλα αυτά να προσαρμόσει το εμπόριο στις σημερινές απαιτήσεις. Το ύφος όμως και η γραφικότητα του χώρου, οι χαμηλές τιμές και η προσωπικότητα του ίδιου τον κατέταξαν στο νούμερο ένα της προτίμησης των ξένων επισκεπτών που γέμιζαν την αυλή του τα καλοκαιρινά βράδια. Η πελατεία του  είχε κάθε γενιά και εθνικότητα, κι ίσως αυτό θα έπρεπε να βάλει σε σκέψεις εκείνους που επιμένουν ότι  τα μαγαζιά στο Μεγανήσι θα πρέπει να εκ μοντερνιστούν.

Μια εποχή τελειώνει μαζί με το μαγαζί του Πάκη…Μελαγχολία σου προκαλεί η άδεια αυλή και οι σφραγισμένες πόρτες. Δεν γνωρίζω ποια είναι η πρόθεση του ιδιοκτήτη για την λειτουργία του χώρου, όμως θα τολμήσω να καταθέσω μια σκέψη…Με την βοήθεια κάποιων φορέων, πολιτιστικών κυρίως θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ως μουσειακός χώρος προβολής των παλιών παραδοσιακών καταστημάτων του νησιού μας.

Για να κρατήσουμε ζωντανές μνήμες από το παρελθόν, και να δημιουργηθεί κι ένα σημείο ενδιαφέροντος σε ένα χωριό που ήτανε κάποτε πρωτοπόρο στον τομέα του εμπορίου και της διασκέδασης…Το Κατωμέρι…

Ας ευχηθούμε ότι δεν θα μπει εδώ ο επίλογος αφού η οικογένεια δεν αποκλείει το γεγονός να ανοίξει το καλοκαίρι αφού υπάρχουν πολλές πιέσεις από τους πιστούς θαμώνες του μαγαζιού που έμειναν «άστεγοι».

Και ας πούμε ένα ευχαριστώ σε αυτούς τους παλιούς μπακάληδες που έχουν μείνει στις μνήμες μας ως ακούραστες εργατικές επιβλητικές φιγούρες. Πού πρόκοψαν και πέτυχαν χωρίς να γνωρίζουν λογιστικά και διοίκηση επιχειρήσεων, χωρίς  μετρ, μανατζερ, φεις κοντρολ και σύμβουλους επιχειρήσεων. Μόνο με σκληρή δουλειά τόλμη και θέληση.

Καλή ξεκούραση Πάκη…

Να ευχαριστήσω εκ μέρους του Meganisitimes τον κύριο Στέφανο Δάγλα και τον κύριο Παναγιώτη Δάγλα (Πάκη) για τις πληροφορίες και το υλικό γιαυτό το αφιέρωμα.

Τα παρακάτω βίντεο έχουν αναρτηθεί στο youtub από την ομάδα «meganisisos»