Η ζωή, το έργο και ο τραγικός θάνατος του ποιητή Άγγελου Σικελιανού
Ένας από τους εθνικούς μας ποιητές και μια από τις θρυλικές υποψηφιότητες για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας φεύγει από τη ζωή σαν σήμερα το 1951
Ο Σεφέρης τον αποκάλεσε «Άρχοντα της λαλιάς μας». ο Παλαμάς τον θεωρούσε περισσότερο φιλόσοφο παρά ποιητή. Ο Άγγελος Σικελιανός ήταν 5 φορές υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, ωστόσο δεν κατάφερε ποτέ να το αποκτήσει. Με τον πληθωρικό του λόγο και τον ιδιαίτερο λυρισμό, ο ποιητής κατεβάζει στη γη τις αιώνιες ιδέες. Προς το τέλος της ζωής του πάλευε με τη φτώχεια και τις αρρώστιες. Στις 4 Ιουνίου 1951 από λάθος της οικιακής βοηθού του αντί για το φάρμακό του ήπιε απολυμαντικό, με αποτέλεσμα να υποστεί σοβαρά εγκαύματα στα αναπνευστικά του όργανα. Στις 19 Ιουνίου 1951 άφησε την τελευταία του πνοή στην κλινική «Η Παμμακάριστος» της Αθήνας.
Το 1943 απήγγειλε το ποίημα Ηχήστε οι σάλπιγγες κατά τη διάρκεια της κηδείας του Κωστή Παλαμά. Το 1946 προτάθηκε δυο φορές από την Εταιρεία Ελλήνων λογοτεχνών για το βραβείο Νόμπελ, τη δεύτερη από κοινού με τον Καζαντζάκη, και μαζί με τον τελευταίο προσφώνησαν τον Πωλ Ελυάρ στην τιμητική υποδοχή του στην Αθήνα.
Ο Άγγελος Σικελιανός γεννήθηκε στη Λευκάδα, γιος του Ιωάννη Σικελιανού και της Χαρίκλειας το γένος Στεφανίτση. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε κοντά στον πατέρα του. Στη Λευκάδα ολοκλήρωσε το Δημοτικό σχολείο, το Ελληνικό Σχολείο και το Γυμνάσιο. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας του άρχισε η πρώτη ενασχόλησή του με την ποίηση. Το 1901 έφυγε για την Αθήνα, όπου γράφτηκε στη Νομική Σχολή. Στην Αθήνα ήρθε σ’ επαφή με τη Νέα Σκηνή του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου όπου δούλεψε ως ηθοποιός. Το 1902 πραγματοποίησε τις πρώτες δημοσιεύσεις ποιημάτων του σε λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής, ανάμεσά τους ο Διόνυσος και τα Παναθήναια, ενώ ένα χρόνο αργότερα συνεργάστηκε με το Νουμά.
Με την πρώτη σύζυγό του Εύα Πάλμερ Φωτο: Μουσείο Μπενάκη
Το 1904 ξεκίνησε την πορεία του προς μια πιο μεγαλόπνοη ποιητική γραφή μέσα από τις σελίδες του Ακρίτα και ένα χρόνο αργότερα έφυγε για τη Λιβύη, όπου έγραψε τον Αλαφροΐσκιωτο, γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία. Επέστρεψε στη Λευκάδα και νυμφεύτηκε την Εύα Πάλμερ. Μετά το γάμο το ζευγάρι εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και γνωρίστηκε με τους φιλολογικούς κύκλους. Τον επόμενο χρόνο γεννήθηκε ο γιος τους Γλαύκος.
Ο Αλαφροΐσκιωτος
Ακούστε, ακούστε με! Αν ετρέμανε στην κούνια τα βυζασταρούδια, εμένα με νανούρισαν, των αντρειωμένων τα τραγούδια. Εμέ, λεχώνα η μάνα μου, στην μπόρα τη μαρτιάτικη που ΄χε τα ουράνια ανοίξει, εσκώθη και με πήρε στην αγκάλη της τον πρώτο κεραυνό για να μου δείξει! Μάνα φωτιά με βύζαξες κ΄ είναι η καρδιά μου αστέρι;
Με τη δεύτερη σύζυγό του Άννα Καραμάνη
Το 1910 πήρε μέρος στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου και τον επόμενο χρόνο δημοσίευσε το Δελφικό Ύμνο και έφυγε με τη σύζυγό του για το Παρίσι. Δύο χρόνια αργότερα στρατεύτηκε στους Βαλκανικούς πολέμους και όταν επέστρεψε στην Αθήνα εξακολούθησε να δημοσιεύει ποιήματα στο Νουμά ως το Νοέμβριο του 1914. Τότε γνωρίστηκε με το Νίκο Καζαντζάκη, με τον οποίο συνδέθηκε με βαθιά φιλία, και αναχώρησε μαζί του για το Άγιο Όρος και για μια περιήγηση ανά την Ελλάδα. Μαζί με τον Καζαντζάκη τέθηκαν το 1915 με το μέρος του Βενιζέλου κατά τη ρήξη του Έλληνα πολιτικού με το Παλάτι. «…Σαράντα χρόνια φιλία ακατάλυτη μ’ έσμιγε με το Σικελιανό, ήταν ο μόνος άνθρωπος που μπορούσα ν’ αναπνέω, να μιλώ, να γελώ και να σωπαίνω μαζί του. Τώρα η Ελλάδα άδειασε…» είχε πει ο Καζαντζάκης μετά το θάνατο του Σικελιανού.
Ο Νίκος Καζαντζάκης και ο Άγγελος Σικελιανός
Το 1921 στράφηκε προς μια ολοκληρωμένη σύλληψη της Δελφικής Ιδέας, υπό την επίδραση της Μικρασιατικής Εκστρατείας, των επιπτώσεων του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και της έκρηξης της Ρωσικής Επανάστασης. Η ιδέα δηλαδή να δημιουργηθεί στους Δελφούς ένας παγκόσμιος πνευματικός πυρήνας ικανός να συνθέσει τις αντιθέσεις των λαών. Για τον σκοπό αυτό ο Σικελιανός, με τη συμπαράσταση και την οικονομική αρωγή της γυναίκας του, δίνει πλήθος διαλέξεων και δημοσιεύει μελέτες και άρθρα. Παράλληλα, οργανώνει τις «Δελφικές Εορτές» στους Δελφούς με τις παραστάσεις του Προμηθέα Δεσμώτη και των Ικέτιδων του Αισχύλου να ανεβαίνουν στο αρχαίο θέατρο.
Το 1924 εγκαταστάθηκε με τη σύζυγό του στους Δελφούς όπου συνέχισαν την προεργασία για την υλοποίηση της Δελφικής Ιδέας. Ο Σικελιανός είχε προσκαλέσει διανοούμενους από όλο τον κόσμο στο μελλοντικό Διεθνές Κέντρο των Δελφών. Τον Ιούνιο απήγγειλε την Ωδή στο Βαλαωρίτη κατά τη διάρκεια του εορτασμού των εκατό χρόνων από τη γέννηση του ποιητή στη Λευκάδα.
Γραμματόσημο με τη φιγούρα του ποιητή
Τελικά το Μάιο του 1927 εγκαινιάστηκαν οι Δελφικές γιορτές που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στην Ελλάδα και είχαν απήχηση στο εξωτερικό. Δυο χρόνια αργότερα στην Ιόνιο Ανθολογία δημοσιεύτηκε άρθρο που πρότεινε το Σικελιανό για το βραβείο Νόμπελ και η Ακαδημία Αθηνών τίμησε το ζεύγος Σικελιανού για την αναβίωση των Δελφικών Εορτών. Το 1930 πραγματοποιήθηκαν οι δεύτερες Δελφικές Εορτές με την παρουσία πολιτικών παραγόντων και εξίσου μεγάλη επιτυχία με τις πρώτες. Κατά τη διάρκεια των δύο επόμενων χρόνων ιδρύθηκε η Δελφική Ένωση με κρατική μέριμνα, ο Σικελιανός προσκλήθηκε στο Παρίσι όπου γνωρίστηκε με τον Πωλ Γκονκούρ και τον Πωλ Βαλερύ και επιστρέφοντας στην Ελλάδα εξέδωσε μια εκπαιδευτική διακήρυξη για τη Δελφική Ένωση και το βιβλίο Δελφική Ιδέα· Ένα προανάκρουσμα.
Τον Μάρτιο του 1938 γνωρίζει την Άννα Καραμάνη, σύζυγο του φυματιολόγου Γεωργίου Καραμάνη. Η γνωριμία τους εξελίσσεται σε βαθύ έρωτα και ο Σικελιανός ζητάει από την Εύα να χωρίσουν. Αυτή συναινεί, όπως και ο γιατρός Καραμάνης. Ο γάμος τους θα γίνει στις 17 Ιουνίου του 1940. Τον ίδιο χρόνο έγραψε τη Σίβυλλα.
Η Ελένη Σικελιανού, δισέγγονη του ‘Αγγελου Σικελιανού και ποιήτρια η ίδια. Ζει στην Αμερική. ‘Εχει εκδόσει έξι ποιητικές συλλογές και διδάσκει δημιουργική γραφή στο Πανεπιστήμιο του Denver. Βλ. the Kelly Writers House
Με τη δεύτερη γυναίκα του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και ταξίδεψε στην Αίγινα. Το 1943 απήγγειλε το ποίημα Ηχήστε οι σάλπιγγες κατά τη διάρκεια της κηδείας του Κωστή Παλαμά. Το 1946 προτάθηκε δυο φορές από την Εταιρεία Ελλήνων λογοτεχνών για το βραβείο Νόμπελ, τη δεύτερη από κοινού με τον Καζαντζάκη, και μαζί με τον τελευταίο προσφώνησαν τον Πωλ Ελυάρ στην τιμητική υποδοχή του στην Αθήνα. Το 1947 εκλέχτηκε πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και προτάθηκε ξανά – αυτή τη φορά από ομάδα ευρωπαίων συγγραφέων – για το βραβείο Νόμπελ.
Απόσπασμα από το ποίημα Ηχήστε οι σάλπιγγες
Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές, δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα… Βογκήστε τύμπανα πολέμου… Οι φοβερές σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα! Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένα βουνό με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα, κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό, ποιόν κλεί, τι κι αν το πεί η δικιά μου γλώσσα; Μα εσύ Λαέ, που τη φτωχή σου τη μιλιά, Ήρωας την πήρε και την ύψωσε ως τ’ αστέρια, μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά της τέλειας δόξας του, ανασήκωσ’ τον στα χέρια γιγάντιο φλάμπουρο κι απάνω από μας που τον υμνούμε με καρδιά αναμμένη, πες μ’ ένα μόνο ανασασμόν: «Ο Παλαμάς !», ν’ αντιβογκήσει τ’ όνομά του η οικουμένη !
Πηγή: Lifo