Από το επιστολικό αρχείο του Δήμου Τσέλιου (2)

Παραμονή της Επετείου της Εθνικής Παλιγγενεσίας, λέμε να ανασύρουμε δύο επιστολές από το αρχείο του Δήμου Τσέλιου, του Μεγανησιώτη οπλαρχηγού της Επανάστασης. Οι επιστολές λαμβάνονται από το βιβλίο της Ευδοξίας Κουμουτσοπούλου (δισεγγονής του στρατηγού) «Ο Στρατηγός Δήμος Τσέλιος» και καταδεικνύουν την σημαντικότητα της δράσης του Δήμου Φερεντίνου- «Τσέλιου» σε κρίσιμες καμπές των μαινόμενων πολεμικών συγκρούσεων.

Στην πρώτη, όλα τα μεγάλα ονόματα της πολιτικής σκηνής της εποχής, παρακαλούν από την ασφάλεια του Ναυπλίου την συνδρομή στις μάχες του Δήμου Τσέλιου, μολονότι αυτός παρέμενε απλήρωτος (έβαζε κι απ’ την τσέπη του) και οι άντρες του ταλαιπωρημένοι και νηστικοί:

Προς

τον Γεναιότατον Στρατηγόν

Δήμον Τσέλιον

  Ο εχθρός με την πτώσιν του Μεσολογγίου επαπειλεί να αφανίσει όλας τας επαρχίας της Στερεάς Ελλάδος και προπάντων της Δυτικής, χωρίς να ημπορέσουν τα ιδικά μας σώματα να εμποδίσουν την ορμήν του ευρισκόμενα διεσπαρμένα μη συννενοούμενα μεταξύ των και στερημένα των αναγκαίων τροφών και πολεμοφοδίων.

  Η Διοικητική Επιτροπή εις τοιαύτην περίστασιν δια να κάμη χρήσιμα τα ειρημένα σώματα, ώστε να ημπορέσουν να εμποδίσουν τον εχθρόν από του να εξαπλωθή εις τας επαρχίας να ματαιώσουν τους σκοπούς του, έκριναν αναγκαίαν την σύστασιν ενός δυνατού στρατοπέδου εις μίαν αρμοδίαν θέσιν του Ξηρομέρου, το οποίον και ευκόλως να ημπορή να λαμβάνει τα αναγκαία του από τα σκαλώματα και φόβον να προξενή εις τα οπίσθια του εχθρού, αν θελήση να προχωρήση εις τα ενδότερα.

  Η Διοικητική Επιτροπή γράφει περί τούτου κατ’ έκτασιν εις το κοινόν προς τους κατά την Δυτικήν Ελλάδα Οπλαρχηγούς γράμμα της, και θέλεις πληροφορηθή εξ εκείνου, καθώς και παρά του Στρατηγού κυρίου Ανδρέα Ίσκου, όστις θέλει ανταμώση και την Γεναιότητά σου καθώς και τους ειρημένους Οπλαρχηγούς.

  Εκείνο δε οπού έχει να προσθέση εις την παρούσαν είναι, ότι εις αυτήν την κρίσιμον περίστασιν και τον κίνδυνον της Πατρίδος, είναι ανάγκη και χρέος σου ιερόν, όχι μόνον να τρέξης με προθυμίαν, καθώς πάντοτε έκαμες, αλλ’ ακόμη να αλησμονήσης και τα απερασμένα και το παραμικρόν πάθος και διαφοράν, αν έχης δια να ενωθής με τους λοιπούς Στρατηγούς, και συντρέξης υπέρ σωτηρίας, ή κατά το προβαλλόμενον σχέδιον ή με όποιον άλλον τρόπον ήθελε κριθεί αρμοδιώτερον και να σπεύσης να απαντηθή ο κίνδυνος (…)

  Εάν βαλθή εις πράξιν το προβαλλόμενο ή άλλον τοιούτον σωτηριώδες σχέδιον, οι σκοποί του εχθρού βέβαια ματαιώνονται και ο κόσμος προφυλάττεται και ασφαλίζεται έως μετ’ ολίγους μήνας ν’ αποφασισθή η τύχη της Ελλάδος! και να παύσουν τα δεινά και να μην αποβούν εις μάτην οι τόσοι αγώνες και αι τόσαι θυσίαι του Έθνους.

Τη 1 Μαϊου 1823 Ναύπλιον

Ο Πρόεδρος

ΑΝΔΡΕΑΣ ΖΑΪΜΗΣ

ΠΕΤΡΟΜΠΕΗΣ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗΣ

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΙΣΙΝΗΣ ΤΣΑΜΑΔΟΣ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΑΤΖΗΑΝΑΡΓΥΡΟΥ

ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΛΑΧΟΣ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΔΗΜΗΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

ο Γεν.Γραμματεύς

Κ.ΖΩΓΡΑΦΟΣ

Την δεύτερη επιστολή, 2 χρόνια αργότερα, προς την κεντρική διοίκηση υπογράφουν όλοι οι Στρατηγοί που πέτυχαν την περιφανή νίκη κατά του ισχυρού στρατοπέδου των Τούρκων στον Καραβοσαρά (κοντά στην σημερινή Αμφιλοχία), μεταξύ αυτών ο Καραϊσκάκης κι ο Δήμος Τσέλιος:

Προς την Σεβαστήν Επιτροπήν την Διευθύνουσαν τα της Δυτικής Ελλάδος και προς τους Γενναιοτάτους Οπλαρχηγούς και λοιπούς Αξιωματικούς και Αδελφούς.

Εις Μεσολόγγιον

  Τα κατά των εχθρών κινήματά μας δεν ελλείψαμεν εις διαφόρους καιρούς να σας ειδωποιώμεν. διο και τώρα, κατά το απαραίτητον χρέος μας, σας ιδεάζομεν, ότι την 28 του λήγοντος ώραν τετάρτην της νυκτός ωρμήσαμεν αιφνηδίως κατά των βαρβάρων, εστρατοπεδευμένων εις Καρβασαρά και τους επροξενήσαμεν φθοράν και φρίκην. Το στρατιωτικόν μας έδειξεν εις αυτήν την μάχην μέγιστα σημεία της ανδρείας του. Εφονεύθησαν από τα Ελληνικά όπλα περισσότεροι από τριακόσιους εχθρούς οι δε διασωθέντες ερρίφθησαν εις την θάλασσαν και από τον τρόμον των επνίγησαν. Τα δε εκείσε παρευρεθέντα Ευρωπαϊκά πλοία εδόθησαν εις φυγήν.

  Εκυριεύσαμεν λοιπόν ημείς το τειχόκαστρον, επειδή όμως και δεν είχομεν λάβει μαζύ μας πολεμοφόδια και τροφάς, εβιάσθημεν να το παραιτήσωμεν, καθ’ ότι η μάχη διήρκεσε με όλον το πείσμα έως το πρωί και εξοδεύσαμεν όσα εφόδια είχομεν λάβει μεθ’ εαυτών. Ευρέθησαν αυτώσε έως 200 κάμηλοι, αλλ’ αι εβδομήκοντα εφονεύθησαν, τας δε λοιπάς επήραμε μαζή μας με 80 αλογομούλαρα και 30 εκλεκτούς ίππους.

  Χωρίς δε να πολυλογώμεν, το στρατόπεδο αυτό δια της βοηθείας του Υψίστου κατεστάθη Γη Μαδιάμ. Και οι γενναίοι των Ελλήνων βραχίονες εδίδαξαν τους απίστους, ότι το ολιγάριθμόν των, αναπληρούται από τον πατριωτισμόν και από την γενναίαν απόφασίν των του να κρημνήσωσι τον τύραννον.

  Μόλις σήμερον εφθάαμεν εις Δραγαμέστον και ειδοποιήθημεν μετά βεβαιότητος, ότι από το στρατόπεδον του Κιουταχή απεκόπησαν έως 5.000 Τούρκοι, οίτινες και έφθασαν εις Γουργιάν και μελετούν να έλθουν καθ’ ημών. Η είδησις αυτή μας εχαροποίησε τα μέγιστα, πρώτον δια την εμπιστοσύνην την οποίαν τρέφομεν εις τον εαυτόν μας, και έπειτα, επιδή ευκολύνονται και τα ιδικά σας κατά των απίστων επιχειρήματα. Εις την διαληφθείσαν κατά του Καρβασαρά μάχην εφονεύθη μόνον ο Πλατσιούσκας εκ του σώματος του Στρατηγού Δήμου Τσέλιου και επληγώθησαν δύο του Στρατηγού Θ. Γιολδάση εν οις και ο Βασιώνης.

  Τα λεπτομερέστερα της μάχης θέλετε μάθει από τους ιδίους πολιορκητάς σας αν ευαρεστούνται να σας τα διηγηθώσιν. (!!!)

Οι πρόθυμοι Πατριώται και Αδερφοί σας

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΗΣΚΑΚΗΣ

ΑΝΔΡΙΤΣΟΣ ΣΑΦΑΚΑΣ

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗΣ

ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΓΙΟΛΔΑΣΗΣ

ΔΗΜΟΣ ΤΣΕΛΙΟΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΣΛΗΣ

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΚΡΗΣ