Ο Αναστάσιος Μεταξάς και το φέουδό του, το Μεγανήσι
Καιρό είχα να γράψω ιστορικό άρθρο για το νησί μας, μιας και μετά την έκδοση του «Μεγανήσι, ένα ταξίδι στον χρόνο» πίστευα ότι είχα κλείσει έναν σημαντικό κύκλο ιστοριοδιφικής έρευνας και μελέτης. Ωστόσο, οι πηγές καμιά φορά ξεπηδούν μπροστά σου, δίχως να το προσμένεις, κι αδιάφορος να μείνεις, δεν είναι μπορετό. Έτσι έγινε και πριν λίγο καιρό, καθώς έπεσαν στα χέρια μου νέα στοιχεία για τον κόντε Αναστάσιο Μεταξά, τον άνθρωπο που είχε πάρει ως τιμάριο (φέουδο) το Μεγανήσι από τον Μοροζίνι. Για να είμαι ειλικρινής, ποτέ δεν εγκατέλειψα πλήρως την έρευνά μου για αυτή την, σημαντική για την εποχή της, Ιόνια προσωπικότητα του 17ου αιώνα, μιας και τα στοιχεία που έφταναν στις μέρες μας από τις ιστορικές αναφορές ήταν άλλοτε πλημμελή και άλλοτε αλληλοσυγκρουόμενα, πράγμα που με έκανε καχύποπτο. Τα νέα στοιχεία που ήλθαν στην κατοχή μου αφενός επιβεβαιώνουν αυτές μου τις υποψίες, αφετέρου ανοίγουν έναν νέο κοπιαστικό μονοπάτι ερεύνης. Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή.
Οι Μεταξάδες ήταν ονομαστή οικογένεια ευγενών της Κεφαλλονιάς, που ήλκε την καταγωγή της από το Βυζάντιο και που μετά την Άλωση μετακόμισαν στο γειτονικό μας νησί. Πλούσια και ευγενής λοιπόν η γενιά των Μεταξάδων με ήδη πολλούς αιώνες ιστορίας στην πλάτη της, την εποχή στην οποία αναφερόμαστε, δηλαδή τον 17ο αιώνα. Ο Αναστάσιος Μεταξάς, μαζί με τον αδερφό του Άγγελο (ή Άντζουλο όπως τον φώναζαν τότε), συμμάχησαν με τους Βενετούς και συμμετείχαν με δικά τους έξοδα στον ενετοτουρκικό πόλεμο (1684-1699). Είχαν επανδρώσει πλοία και πλήρωναν Κεφαλονίτες στρατιώτες (Αστέριος Π. Αρχοντίδης, Η Βενετοκρατία στην Δυτική Ελλάδα, Θεσσαλονίκη 1983, σελ.38-40). Στην πραγματικότητα τα συμφέροντα της οικογένειας, που ήταν κατά κύριο λόγο εμπορικά, όπως εξάλλου και τα συμφέροντα όλης της τότε ελληνικής (πρώιμης) αστικής τάξης, διακυβεύονταν με την παρουσία του τουρκικού στόλου στα νερά του Ιονίου.
Κατόπιν αυτών των υπηρεσιών ο Δούκας και κατόπιν Δόγης Μοροζίνι όφειλε να ανταποδώσει στους δύο αδερφούς (υπήρχαν κι άλλα ακόμα αδέρφια Μεταξάδες, αλλά δεν συμμετείχαν στις εχθροπραξίες) τα εύσημα: τους έχρισε κόμητες (κόντηδες) το 1691. Από τότε ο Αναστάσιος Μεταξάς αναφέρεται ως «εκλαμπρότατος σιορ κόντες», όπως σε Νοτάριο (δηλαδή συμβολαιογραφική πράξη) του 1718 (Αρχεία Κεφαλονιάς, Φ 185, Δεσύλλας Αντρέας, β.έτη 1717-1724). Επιπλέον, κι αυτό μας ενδιαφέρει περισσότερο, του παραχωρήθηκε από τον Βενετό αξιωματούχο το Μεγανήσι ως τιμάριο την ίδια χρονιά, δηλαδή το 1691. Το οικόσημο της οικογένειας Μεταξά «σύγκειται εκ κυανού θυρεού εμπεριέχοντος αργυράν περιστεράν, ισταμένην επί υδρογείου σφαίρας, και φέρουσαν δια του ράμφους αργυρούν κλάδον ελαίας, το δε στέμμα έχει εννέα επιφύσεις επιλήγουντας εις μαργαριτίνους σφαίρας, καθό κόμητος» (Ι. Δεκιγάλλας, περιοδικό Πανδώρα, τ. δέκατος πρώτος, 1860-1861, σελ. 200). Το οικόσημο αυτό, μπορείτε να το δείτε ΕΔΩ. Τον τίτλο αργότερα, με απόφαση της Ιονίου βουλής, απέκτησαν και τα κατιόντα μέλη του γενεαλογικού δέντρου των Μεταξάδων.
Καλά όλα αυτά, αλλά οι εμβριθείς αναγνώστες, θα μου πουν ότι ετούτα, λίγο- πολύ είναι γνωστά. Οι πραγματικά εμβριθείς όμως θα έπρεπε να προσέξουν την ημερομηνία που έχει το Νοτάριο που προανέφερα: 1718! Αυτό ήταν το απρόσμενο. Γιατί;
Στο «Μεγανήσι, ένα ταξίδι στο χρόνο» γράφω: » Οι γαίες περνούν το 1716 στους ντόπιους και στο προσωπικό του Μεταξά ενώ το 1719 σε Χιώτες πρόσφυγες (…)». Τα ίδια περίπου στοιχεία παραδίδει και ο Κώστας (Ντούλης) Πάλμος στα «Μεγανησιώτικα» και ο ιστορικός της Λευκάδας Μαχαιράς, που μάλλον είναι και η πηγή του πρώτου. Τα ίδια αναφέρουν και άλλοι ιστορικοί, που προφανώς έδειξαν περίσσιο σεβασμό στους προγενέστερούς τους και υπολογίζουν τον θάνατο του Μεταξά στα 1714, όπως εξάλλου και ο Κακριδής. Κάναμε όλοι λάθος! Δύο ακόμα Νοτάρια από το Αρχείο της Κεφαλλονιάς έρχονται να το αμφισβητήσουν. Το ένα αναφέρει «ο σιορ κόντες Αναστάσιος Μεταξάς (…) με τον αδερφό του Νικολέτο» (ό.π., Φ 185, 01/10/1718) και το άλλο «ο σιορ κόντε Αντρέας, του π. σιορ κόντε Αναστάση» (ό.π. Φ 328, Μαλάκης Ιωάννης, 23/10/1719). Στο δεύτερο από αυτά το «π.» σημαίνει «πότε», δηλαδή ο αείμνηστος, αυτός που έχει πεθάνει! Άρα ο «δικός μας» Μεταξάς ζούσε τον Οκτώβρη του 1718 και είχε πεθάνει τον Οκτώβρη του επόμενου έτους. Έτσι όμως γεννάται το εύλογο ερώτημα, αφού ο Αναστάσιος Μεταξάς ζούσε και υπέγραφε συμβόλαια στην Κεφαλλονιά το 1718, γιατί στερήθηκε το φέουδό του στο Μεγανήσι από το 1716;
Τα πράγματα περιπλέκονται ακόμα περισσότερο, από ένα έγγραφο αίτημα του ενός από τους γιούς του Αναστάσιου, του σιορ Αντρέα (που παρεμπιπτόντως ήταν και έλληνας διοικητής του Θιακιού). Στο έγγραφό του αυτό ζητά από τον Γενικό Στρατηγό Andrea Pisani να περάσει στην κατοχή του το Μεγανήσι (Δέσποινα Ερ. Βλάσση, Συμπληρωματικές πληροφορίες για το τιμάριο των Μεταξά Μεγανήσι και την παραχώρησή του στους Χιώτες (1719), «Δελτίον της Ιονίου Ακαδημίας», τ.2 (1986), σελ. 70-82). Η επιστολή του γόνου Μεταξά βρέθηκε στο αρχείο από την Δ. Βλάσση επισυναπτόμενη σε άλλο έγγραφο του Pisani χρονολογίας 22/02/1717. Σε κάποιο σημείο της ο Αντρέας αναφέρει για τον πατέρα του «sopragiunse la guerra e mori», δηλαδή είχε πεθάνει αφότου ξέσπασε ο πόλεμος (σσ: εννοεί τον πόλεμο του 1714-1718, οι πόλεμοι εκείνη την εποχή ήταν ασταμάτητοι, όπως αντιλαμβάνεστε). Η φράση αυτή ασφαλώς επηρέασε την Βλάσση και ενδεχομένως κι άλλους ιστορικούς (πχ ο Γ.Σ.Πλουμίδης, στο «Αιτήματα και πραγματικότητες των Ελλήνων της Βενετοκρατίας», Ιωάννινα 1992, τον θεωρεί αποβιώσαντα πριν τον Ιούλη του 1717), ώστε να πιστέψουν ότι ο Αναστάσιος πέθανε το 1714. Το θέμα είναι ότι η φράση στα βενετσιάνικα, μπορεί κάλλιστα να ερμηνευθεί ως «έγινε ο πόλεμος και μετά ο πατέρας μου πέθανε», όπως αναφέρει σωστά ο σκηνοθέτης και φιλόλογος Σπύρος Ευαγγελάτος (προλεγόμενα, Π.Κατσαϊτης, Ιφιγένεια [εν Ληξουρίω], ΕΣΤΙΑ, Αθήνα 2002,σελ. 28).
Τα στοιχεία του κεφαλλονίτικου αρχείου πάντως θα πρέπει να θεωρηθούν αδιάσειστα, λόγω της λεπτομερούς και ακριβέστατης καταγραφής και τις συνέπειας των επαγγελματιών νοταρίων (συμβολαιογράφων) της εποχής, αλλά και λόγω της τυπικότητας της Ενετικής Διοίκησης σε τέτοιου είδους θέματα. Οπότε είναι βέβαιο ότι η επιστολή του Αντρέα δεν θα μπορούσε να είναι πριν τον θάνατο του πατέρα του (κάπου μεταξύ 1718-19, όπως έδειξα) και άρα δημιουργείται ένα (υποτιθέμενο) κενό κτήσης για το Μεγανήσι από το 1714 μέχρι το 1719 που το νησί μας παραχωρήθηκε στους Χιώτες. Η πιθανότητα να είχε πέσει σε δυσμένεια ο Αναστάσιος και να του αφαιρέθηκαν οι γαίες, δεν υφίσταται αφού ήταν ήδη κόμης και η ιδιοκτησία των ευγενών δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί, ούτε καν από τον Δόγη, παρά μόνο με πόλεμο. Εξάλλου, μια τέτοια περίπτωση δεν θα έμενε ιστορικά κρυφή και πάντως δεν θα επέτρεπε στον Αντρέα να επαναδιεκδικήσει το νησί.
Μετά απ’ όλα αυτά, κι αφού αναγνωρίσω ότι στο βιβλίο μου υπέπεσα κι εγώ στο ατόπημα της ευπιστίας στην παραδεδομένη ιστορία, μπορώ να κάνω κάποιες σκέψεις, περισσότερο υποθέσεις εργασίας. Ο Αναστάσιος Μεταξάς, μετά το 1714 και όντας σε προχωρημένη ηλικία (άνω των 60 ήσουν πολύ γέρος τότε, για να μην πω πολύ τυχερός που ζούσες ακόμα) απείχε από το Μεγανήσι εντελώς. Το πολύ- πολύ να είχε εδώ τους ανθρώπους του, κάποιους επιστάτες πάει να πει, που θα του μάζευαν μια-δυο φορές τον χρόνο τις πενιχρές προσόδους από την φορολόγηση της περιορισμένης καλλιεργήσιμης γης ή βοσκοτοπιών. Το Μεγανήσι επίσης δεν ήταν κοντά (με τα μέσα της εποχής). Επιπλέον δεν είχε ιδιαίτερη αξία (όρα: κέρδος) για τον γέροντα ευγενή και οι περισσότεροι από τους λιγοστούς του κατοίκους μπορεί και να μην τον είχαν ανταμώσει και ποτέ. Διασώθηκε και η αδιασταύρωτη φήμη (και γι’ αυτό δεν αναφέρω την πηγή μου) ότι είχε νόθο παιδί με κάποια ψυχοκόρη του Μεγανησιώτισσα, και ίσως να μην ήθελε καμιά επαφή και εξαιτίας αυτού του γεγονότος. Όπως και να’ χει μέχρι το 1719 το νησί του ανήκει απ’ άκρη σ’ άκρη . Αν όμως το είχε παραμελημένο σαν αφέντης, δεν αποκλείεται να μην το συμπεριέλαβε και στην διαθήκη του (την οποία πρέπει να ξεθάψω επειγόντως!), δημιουργώντας έτσι πρόβλημα στον κληρονόμο του, Αντρέα Μεταξά που άρχισε να το επαναδιεκδικεί. Ίσως πάλι να ήξερε ο σχωρεμένος ο Αναστάσης, εμπορικό δαιμόνιο και άνθρωπος με μυαλό και σύνεση, ότι το Μεγανήσι του προσέφερε περισσότερα έξοδα και σκοτούρες, παρά έσοδα και δόξα. Κι έτσι οι πρόγονοί μας άλλαξαν αφεντικά.
Η έκκληση του Αντρέα Μεταξά για να πάρει το νησί που ανήκε στον πατέρα του Αναστάση, δεν επαναλήφθηκε. Οι Βενετσιάνοι, εκμεταλλευόμενοι ίσως τον θάνατο του κόντε, προτίμησαν τους ομόθρησκούς τους από τον Έλληνα. Η έλευση των 130 περίπου Χιωτών (κυνηγημένοι από τους Τούρκους πρόσφυγες, μα με καθολικό θρήσκευμα), δεν άλλαξε και πολύ το ιδιοκτησιακό καθεστώς, αφού και πάλι αυτοί εκμεταλλεύονταν την εργασία του αραιού ντόπιου στοιχείου, αν και απέδιδαν με την σειρά τους φόρους παραχώρησης στους Ενετούς. Εντούτοις δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι Χιώτες εκείνοι, (που άφησαν το επώνυμο Chiotii ->Scioti ->Σκιώτης) ήταν αλλόθρησκοι και -κυρίως- παρόντες. Κι αν οι νησιώτες μας δεν είχαν νιώσει έως τότε το μαστίγιο του σιορ κόντε Μεταξά, δεν αποκλείω να το γεύτηκαν από τους νέους αυθέντες τους.
Κλείνοντας αυτό το, ελπίζω όχι κουραστικό ή αδιάφορο άρθρο, θα προβώ σε μια μικρή εξομολόγηση. Μου είναι δύσκολο να περιγράψω τα συναισθήματα που με πλημμυρίζουν κάθε φορά που φωτίζεται μια -έστω και μικρή- ιστορική πτυχή του μεγανησιώτικου παρελθόντος. Μην το εκλαβετε ως ευσυγκινησία. Πάρτε το σαν υπόσχεση του ότι η έρευνα είναι ένα ποτάμι που δεν στερεύει.