Μεσαιωνικό Σεισμολόγιο Αγίας Μαύρας

Του Αποστόλη Γατή

ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟΝ ΣΕΙΣΜΟΛΟΓΙΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ,

ΚΑΙ ΙΔΙΩΣ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΚΑΙ ΛΕΥΚΑΔΟΣ,

Ὑπὸ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΣΑΘΑ.

(Συνέχεια, Ἴδε ἀριθ. 2223.)

 [1]1612, μηνὶ Μαΐῳ 16, ἡμέρᾳ ε΄ ἄρχισαν καὶ ἐγίνοντο οἱ σεισμοὶ εἰς τὴν Ἁγίαν Μαύραν, καὶ ἔγιναν τὴν πρώτην ἡμέραν, ὥρᾳ γ΄ τῆς ἡμέρας, ἤγουν τῆς Πέμπτης, δύο σεισμοί, ὥστε ὁποῦ ἄνθρωπος δὲν τοὺς ἐνθυμήθηκε, καὶ πάλιν ἄρχισαν καὶ ἐμεταγίνοντο καθ’ ἑκάστην ἡμέραν καὶ νύκτα, ἕως πενήντα, ἐξῆντα ἡμέρας, καὶ δὲν ἔπαυσαν μήτε νύκτα μήτε ἡμέραν, καὶ ἐκόπη πολὺς τόπος εἰς τὴν Λευκάδα, καὶ ἐγίνη εὐφορία εἰς τοὺς καρποὺς τοῦ σίτου καὶ τῶν ἀμπελίων, καὶ εἰς τὰς ἐλαίας, καὶ εἰς ὅλη τὴν ξυλοκαρπίαν, καὶ θάνατος πολύς, καὶ ἀσθένεια εἰς τοὺς ἀνθρώπους, καὶ μικρὰ παιδία.

 

1613. Μηνὶ Ὀκτωβρίῳ 2, ἡμέρᾳ στ΄. ὥρᾳ γ΄. τῆς ἡμέρας, ἤρχισαν πάλιν οἱ σεισμοὶ εἰς τὴν Ἁγίαν Μαύραν καὶ εἰς ὅλην τὴν Λευκάδα, καὶ ἐγίνη τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ἕνας μέγας σεισμός, ὥστε ὁποῦ δὲν τὸν ἐνθυμᾶται ἄνθρωπος εἰς τὸν αἰῶνα, κἀγὼ ὁ ἁμαρτωλὸς Νικόλαος ἱερεύς, μόνος, διὰ ταῖς πολλαῖς μου ἁμαρτίαις, ἔτυχα εἰς τὴν θείαν μυσταγωγίαν πρὶν τοῦ τελειῶσαι τὸ Εὐαγγέλιον, καὶ μετὰ τὸ τελειῶσαι τὸ Ἅγιον Εὐαγγέλιον, ἄρχισε μέγας καὶ φοβερὸς σεισμός, κἀγὼ μόνος ἐξέστην καὶ ἔμεινα ἄφωνος· καὶ πάλιν ἔπεσαν πολλὰ σπήτια εἰς ὅλην τὴν Λευκάδα, καὶ τόποι πολλοὶ ἔπεσαν καὶ ἐκρημνίσθησαν, καὶ ᾑ(sic) καμάραις εἰς τὴν Ἁγίαν Μαύραν, καὶ τὰ σπήτια τῆς Ἁγίας Μαύρας ὅσα ἦτον μὲ ξυλοδεσὰ ἔπεσαν τὰ κεραμίδια καὶ ἐσυντρίφθησαν, καὶ ὅσα ἦτον πέτρινα ἐῤῥάγισαν ἀπὸ ἄνω ἕως κάτω, καὶ ἔπεσαν καὶ τὰ κεραμίδια καὶ ἐσυντρίφθησαν· ὅμως ἔπεσαν καὶ εἰς τὸ Κάστρο δύο μιναρέδες, καὶ ἐῤῥάγισαν καὶ τὰ παλάτια ἀπὸ ἄνω ἕως κάτω, καὶ ἔπεσαν καὶ πολλὰ παλάτια. Καὶ οὕτως ἄρχισαν πάλιν καὶ ἐγίνοντο σεισμοὶ νύκτα καὶ ἡμέραν, ὁποῦ δὲν ἔπαυσαν ποτέ.

1625, μηνὶ Ἰουνίῳ 18, ὥρᾳ α΄. τῆς ἡμέρας, ἡμέρᾳ Σαββάτῳ ἐγίνη ἕνας μέγας σεισμός, καὶ ἔπεσαν ᾑ καμάραις ὅλαις, καὶ εἰς τὴν Ἁμαξικὴν τὰ σπίτια ὅλα καὶ μαγαζία, καὶ κτιστὰ καὶ ταύλινα, καὶ ἐγύρισαν τὰ θεμέλιά τους ἄνω καὶ κάτω, καὶ ἔπεσαν καὶ μερικὰ σπίτια εἰς τὴν χώραν καὶ εἰς τὸ Κάστρο, καὶ εἰς τὴν ἄλλην μερίαν, καὶ ἔπεσε ἡ Ἀρχιεπισκοπὴ ὅλη, καὶ ἡ Ἐκκλησία καὶ τὰ κελειά, καὶ ἡ Παναγία εἰς τοὺς κήπους καὶ εἰς τοὺς Τσουκαλάδες ἡ Ἁγία Ἀναστασία, καὶ ἄλλα μερικὰ σπίτια εἰς τὰ περίχωρα τῆς Λευκάδος· καὶ εἰς ὅλα τὰ Ξερόμερα ἐγίνη πολλὴ ζημία καὶ ἄρχισαν καὶ ἐγίνοντο καὶ ἄλλοι σεισμοί· ἀμμὴ ὁ πρῶτος ἦτον μέγας, ὁποῦ ἄνθρωπος δὲν τὸν ἐνθυμᾶται εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ ἐκόπησαν καὶ ᾑ καμάραις ὅλαις, καὶ ἔκαμε νὰ ἔλθῃ τὸ νερὸν εἰς τὴν χώραν ἕως τὰς 20 Σεπτεμβρίου.

1630, μηνὶ Ἰουνίῳ 22, δύω ὥραις τῆς ἡμέρας ἔγινε σεισμὸς μέγας, καὶ ἔπεσαν ᾑ καμάραις, καὶ πολλὰ σπίτια εἰς τὴν χώραν καὶ εἰς τὸ Κάστρον τῆς Ἁγίας Μαύρας, καὶ ἐχάλασαν καὶ εἰς τὴν Κατούνα τοῦ Καρυώτη, ὅλα τὰ σπίτια, καὶ ἐξεῤῥιζώθησαν καὶ τὰ δένδρα, καὶ εἰς ὅλην τὴν Λευκάδα ὁμοίως ἔπεσαν τὰ σπίτια· εἰς μερικὰ χωρία δὲν ἔμεινε σπίτι, τὰ θεμέλια ἐγύρισαν ἄνω κάτω, καὶ ἐκόπη καὶ πολὺς τόπος, καὶ ἐσκοτώθεισαν (sic) καὶ πολλοὶ ἄνθρωποι εἰς τὴν Λευκάδα καὶ εἰς τὴν Κεφαλληνίαν, καὶ εἰς τὴν Ἰθάκη ὁμοίως· καὶ ἂν ἤθελε σώσει ὁ σεισμὸς καὶ εἰς τὴν Ἁγίαν Μαύραν, καθὼς τὸν ἔκαμε καὶ εἰς τὴν Λευκάδα, δὲν ἔμενε μήτε Κάστρον, μήτε σπίτι. Τέτοιον σεισμὸν κανεὶς εἰς τὸν αἰῶνα δὲν τὸν ἐνθυμᾶται.

1704, Νοεμβρίου 11, τὸ βράδυ τοῦ Σαββάτου, ὁποῦ κατ’ αὐτὴν τὴν ἡμέραν ἦτον ἡ ἑορτὴ τοῦ Μεγαλομάρτυρος Μηνᾶ, ξημερόνοντας (sic) Κυριακή, ὥρᾳ μίᾳ καὶ μισῇ τῆς νυκτός, ἐγίνη ἕνας φοβερὸς σεισμός, ὁποῦ ἔπεσαν εἰς τὴν Ἁμαξικὴν ὅσα σπίτια ἦτον τοίχινα, καὶ μερικὰ ταύλινα, καὶ ᾑ ἐκκλησίαις· μόνον ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ἔμεινεν, ἐπειδὴ καὶ ἦτον ξύλινος, ὁμοίως καὶ εἰς τὸ Κάστρον ἔπεσαν καὶ ἐκεῖ μερικὰ σπίτια, καὶ τὰ ἄλλα ὅλα ἐδραπανίσθησαν, καὶ ἐσκοτώθηκαν καὶ μερικοὶ ἄνθρωποι, εἰς τὴν Ἁμαξικὴν 13, εἰς τὸ Κάστρο 3, καὶ ἄλλοι ἐλαβώθησαν· ὁμοίως ἔπεσαν καὶ εἰς τὸ Φρύνη πολλὰ σπίτια, καὶ εἰς ὅλην τὴν νῆσον τῆς Λευκάδος ἔγινε φοβερὸς ὁ σεισμός, καὶ ἔπεσαν καὶ μερικὰ μοναστήρια, καὶ πολλὰ σπίτια εἰς τὰ χωρία, καὶ ἡ Ἁγία Ἀναστασία εἰς τοὺς Τσουκαλάδες, καὶ ἐσκοτώθη ἡ Ἀθανασούλα ἡ γυνὴ τοῦ Μίχου τοῦ Σωφρονᾶ, καὶ ἔπεσαν τὰ κελειὰ καὶ παλάτιον τῆς Ἐπισκοπῆς, καὶ ἡ Παναγία εἰς τὴν Γύραν· μάλιστα εἰς τὸ Δράγανον ἐβύθισεν ἕνα σπίτιον, καὶ μόνον ὀλίγον φαίνονται ᾑ πέτραις, καὶ ἐγίνη πολλὴ καὶ μεγαλοτάτη ζημία εἰς ὅλην τὴν Νῆσον καὶ Ἁγίαν Μαύραν, καὶ ἔπειτα ἀπὸ αὐτὸν τὸν σεισμὸν ἐγίναν καὶ ἄλλοι πολλοὶ ἡμέραις πολλαῖς· μὰ ὡσὰν αὐτὸν ὁποῦ ἐγίνη πρῶτον, κανένας ἄλλος δὲν ἔγινε, διότι τέτοιος ἦτον ὁποῦ κανεὶς εἰς τὸν αἰῶνα δὲν τὸν ἐνθυμᾶται, καὶ ἐχάλασαν παντελῶς ᾑ καμάραις ὅλαις, καὶ οἱ χαζινάδες, ὁμοίως καὶ εἰς τὴν Περατιὰν ἔπεσαν πολλὰ σπίτια, καὶ ἀγροικήθη ὁ σεισμὸς εἰς τὴν Ἄρταν, μὰ ὄχι ὡσὰν ἐδῶ, καὶ τὴν Πρέβεζαν, καὶ εἰς τοὺς Κορφούς, καὶ Κεφαλληνίαν, μὰ ἐκεῖ, καθὼς ἔλεγαν, ἔγινε μικρός.

1722, Μαΐου 22, ἀφ’ ἑσπέρας ἐπιφωσκούσης Πέμπτης, ἔγιναν δύο σεισμοὶ ἀλλεπάλληλοι, καὶ ἔπεσαν εἰς τὰ χωρία τῆς Λευκάδος πολλὰ σπίτια, ξεχωριστὰ εἰς τὸ Ἀθάνι, Δαμηλιάνι, Ἀϊπέτρον, ἐγίνη πολλὴ φθορά, μά, χάριτι Θεοῦ, ἐδῶ εἰς τὴν Ἁμαξικὴν δὲν ἔφθασαν μὲ τὴν ὁρμὴν ὁποῦ ἀγροικήθησαν εἰς τὸ Νησί, καὶ κατόπι ἀπὸ αὐτοὺς ἐγίνηκαν καὶ ἄλλοι πολλοὶ σεισμοὶ εἰς πολλὰς ἡμέρας, ἀλλὰ σιγαλινοί.

9 Φεβρουαρίου 1723, ἀφ’ ἑσπέρας ἐπιφωσκοῦντος Σαββάτου, ἔγινε σεισμὸς μέγας καὶ φοβερός, καὶ ἐκράτησεν εἰς πολλὴν ὥραν, καὶ ἐταράχθησαν ὅλα τὰ σπίτια, καὶ τρέχοντες οἱ Χριστιανοὶ μὲ δεήσεις εἰς τὸν Θεόν, καὶ παρακλήσεις εἰς τὴν Παρθένον Μαρίαν ἔπαυσεν ἡ ἀγανάκτησις τοῦ Θεοῦ, καὶ δὲν ἔπεσαν σπίτια, διότι δὲν εἶχε βρόντον μέγαν, καὶ ὕστερα ἀπὸ αὐτὸν ἔγιναν καὶ ἄλλοι, μὰ μικρότεροι· καὶ ἐγὼ ἔτυχα νὰ δειπνῶ εἰς τὸ σπίτι τοῦ συμπεθέρου μου Κυρίου Γεωργίου Σέρβου, ὡσὰν ὁποῦ ἔκαμε τὸν γάμον τοῦ υἱοῦ του τοῦ Παναγιώτη.

1723, Φεβρουαρίου 11, ὥρα ἐννάτη(sic) τῆς νυκτός, αὐγαζούσης β΄, ἔγινε μεγαλότατος σεισμός, καὶ ἐχάλασαν πολλὰ σπίτια, καὶ ἔπεσε τὸ γυναιτίκι τῆς Εὐαγγελίστρας, καὶ ἐῤῥαγίσθη εἰς πολλὰ μέρη ἡ καλλονὴ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ, τὸ καύχημα ταύτης τῆς νήσου, καὶ ἐῤῥαγίσθη ἀκόμη τὸ Καμπαναριὸν τοῦ Σωτῆρος, καὶ ὁ τοῖχος τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, καὶ ἄλλα σπίτια, τὰ μὲν ἔπεσαν, τὰ δὲ ἐῤῥαγίσθησαν, καὶ ἐγίνη ζημία ὄχι ὀλίγη εἰς τὴν Ἁμαξικήν, καὶ ὕστερα ἀπὸ αὐτὸν ἔγιναν καὶ ἄλλοι πολλοὶ σεισμοί, νύκτα καὶ ἡμέραν μικροί. Ὁμοίως ἐγίνη ὁ σεισμὸς μέγας καὶ φοβερὸς εἰς τὴν Ζάκυνθον, καὶ ἔπεσαν σπίτια μερικά, καὶ πολλὰ ἐῤῥαγίσθησαν, καὶ εἰς τὴν Κεφαλληνίαν ἔγινε φοβερός, καὶ ἔπεσαν πολλὰ σπίτια εἰς τὸ μέρος τῆς Ἔρσος, ξεχωριστὰ εἰς τὴν Παλικὴν ἐσκοτώθησαν καὶ ἄνθρωποι, καὶ ἐλαβώθησαν πολλότατοι, καὶ εἰς τὸ Ληξοῦρι καὶ Ἀργοστόλι ἔγινε πολλὴ φθορά, καθὼς ἐπιστεύθημεν, καὶ ὁ σεισμὸς ὁποῦ ἔκαμε τὴν φθορὰν ἦτον ἐκεῖνος ὁποῦ ἐγίνη εἰς τὰς 9 Φεβρουαρίου, ὥστε εἰς ἐκεῖνα τὰ μέρη ἔφθασε πολύς, καὶ ἂν ἐγίνετο καὶ ἐδῶ τέτοιος μέγας καθὼς ἔγινεν ἐκεῖ, δὲν ἔμενε λίθος ἐπὶ λίθου· ἀκόμη ὁ αὐτὸς σεισμὸς ἔγινε καὶ εἰς τὸν Μωρέαν, καὶ ἀγροικήθη καὶ εἰς τοὺς Κορφοὺς καὶ εἰς Ἄρταν, καὶ εἰς ὅλα τὰ τριγύρω μας μέρη, καθὼς μᾶς ἐδιηγήθησαν, μὰ δὲν ἐμάθαμε ἂν ἴσως καὶ ἔγινε καὶ εἰς ἄλλους τόπους. 1762, Ἀπριλίου 9, τῇ γ΄. τῆς Διακαινησίμου ἔγινεν ἕνας σεισμὸς φοβερός.

1767, Ἰουλίου 11, ἔγεινεν(sic) ἔνας σεισμὸς φοβερὸς καὶ παγκόσμιος, ὁ ὁποῖος ἔκαμε μεγάλον ἀφανισμόν.

1769, ἐν μηνὶ Ὀκτωβρίῳ α΄. ἔγινε σεισμὸς μέγας καὶ φοβερὸς εἰς ὅλην τὴν νῆσον καὶ εἰς τὴν χώραν, τῆς ὁποίας ἔγινε ζημία μεγάλη εἰς τὰ σπίτια καὶ Ἐκκλησίαις, καὶ μετὰ τὸν αὐτὸν ἀκολούθησαν νὰ γίνωνται καὶ ἕτεροι μικρότεροι καθημερινοί, ἕως τῆς ὑστέρας τοῦ ἀκολούθου Σεπτεμβρίου, τὸ αὐτὸ ἔτος.

Τώρα ἔρχομαι νὰ διηγηθῶ καὶ πάθη νὰ κινήσω,

ἐπαίνους, φόνους καὶ κλαυθμοὺς νὰ γράψω θὰ ν’ ἀρχίσω.

Τὴν ταραχήν ’ποῦ ἔλαβεν ἡ μαύρη Ἁγία Μαύρα,

ποῦ ὅσοι κι’ ἂν τὴν εἴδανε ἐχ’ ἡ καρδιὰ τους λαύρα.

Κλαύσετε δέντρα καὶ βουνά, λαγκάδια φορτωθῆτε,

κάμποι καὶ σεῖς περίγυρα ὅλα νὰ λυπηθῆτε.

Κλάψε καὶ σὺ Ἁμαξική, κλάψε μὲ τὰ παιδιά σου,

ποῦ ἡ στολή σου ἔπεσε, κ’ ἔμεινε τ’ ὄνομά σου.

Στοὺς χιλίους ἑπτακόσιους ἐννέα καὶ ἐξῆντα,

ποῦ ’σὰν τριάντα Σεπτεμβρίου εἰς ὀκτὼ ὥρας νύκτα,

(Ἀκολουθεῖ)

 

[Αιών, αρ. φύλ. 2225, 23.03.1867: 2, Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Α.Π.Θ.]



[1]  Ἐκ τοῦ Istoria dei terremuoti seguiti nell’ isola di Leucadia dal 1612 al 1825. (Χειρόγραφον οἰκογενείας Ζαμπέλη· παρὰ Σταμάτῃ).