Ο Σπύρος Λούης και οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1896
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας του 1896 δε θυμίζουν σε τίποτα τους φετινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνο. Σχεδόν τίποτα, άλλωστε, σήμερα δε θυμίζει τη ζωή του τότε. Και λέω σχεδόν τίποτα, γιατί το μόνο που έχει μείνει απαράλλαχτο είναι η εμμονή του ανθρώπου να χτίζει επιλεκτικά σύμβολα και μύθους, δίχως να υπάρχει ένας συγκεκριμένος λόγος για να τεκμηριώνονται. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι ο μύθος που δημιουργήθηκε γύρω από το όνομα του Μαρουσιώτη “Εθνικού” ήρωα, Σπύρου Λούη (1873-1940). Δύσκολα θα μπορέσουμε να δώσουμε μια εξήγηση, γιατί ο Λούης απέκτησε τόση δόξα, αν και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 είχαμε άλλους 45 Ολυμπιονίκες (10 χρυσά μετάλλια, 17 αργυρά και 19 χάλκινα). Η Ελλάδα κατέκτησε την πρώτη θέση σε εννέα ακόμα αγωνίσματα, αλλά δυστυχώς με αυτούς τους Ολυμπιονίκες κανείς ποτέ δεν ασχολήθηκε. Στη γενική κατάταξη, η Ελλάδα κατέλαβε τη δεύτερη θέση, μετά τις ΗΠΑ, αλλά τα πάντα επισκιάστηκαν από την περίλαμπρη νίκη του Σπύρου Λούη (ίσως γιατί ήταν το πρώτο χρυσό μετάλλιο στο Στίβο. Η νίκη ενός Έλληνα στον Μαραθώνιο του 1896 ήταν, σχεδόν, αυτονόητη, αφού στο ίδιο αγώνισμα έτρεξαν 13 Έλληνες και μόλις 4 ξένοι. Μάλιστα ο Χαρίλαος Βασιλάκος που θα κατακτήσει τη δεύτερη θέση, θα αμφισβητήσει ως αντικανονική τη συμμετοχή του Λούη. Τρίτος ήταν ο, επίσης Έλληνας, Μπελόκας, ο οποίος ακυρώθηκε ύστερα από καταγγελία ότι είχε διανύσει μέρος του μαραθωνίου πάνω σε κάρο και τη θέση του κατέλαβε ο Ούγγρος Κέλνερ. Την εποχή εκείνη βραβεύονταν μόνο οι δύο πρώτοι και γι αυτό ο Λούης έλαβε κλάδο ελαίας και ασημένιο μετάλλιο (χρυσό δεν προβλεπόταν τότε) και ο Βασιλάκος έλαβε δάφνινο στεφάνι και ασημένιο μετάλλιο. Ο Σπύρος Λούης δεν έτρεξε ποτέ σε κανένα άλλον επίσημο αγώνα και έτσι δεν επιβεβαίωσε τη νίκη του.
Πολλά, ανεπιβεβαίωτα ακούστηκαν για τα έπαθλα του Ολυμπιονίκη. Λέγεται ότι η βασίλισσα Όλγα, που τον επισκέφτηκε στα αποδυτήρια του σταδίου, του χάρισε τα κοσμήματα που φορούσε στα χέρια της εκείνη τη στιγμή. Το παράδειγμα ακολούθησαν και άλλες ευκατάστατες Αθηναίες και, λέγεται, πως ο Λούης γέμισε ένα τραπεζομάντιλο με τα κοσμήματα που του δώρισαν (Αναστασια Λέριου, Σπύρος Λούης, ο μαραθώνιος ενός θρυλου, σελ. 75, εκδ Αλέξανδρος). Όταν ο Γεώργιος Α΄ τον ρώτησε τι ανταμοιβή επιθυμούσε, ο Λούης ζήτησε μία σούστα και ένα άλογο για να μπορέσει να συνεχίσει τη δουλειά του ως νερουλάς. Η επιθυμία του Λούη ικανοποιήθηκε με δαπάνη του Ανδρέα Συγγρού.
Ο χρυσός Ολυμπιονίκης μας αρνήθηκε το χρηματικό έπαθλο των 25.000δρχ, που η Ελληνική Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων ήταν έτοιμη να του προσφέρει (βλέπετε ο Λούης ζούσε σε μία εποχή που το χρήμα εθεωρείτο καρπός του μόχθου μιας ζωής και όχι μιας επιτυχίας σε έναν αγώνα δρόμου). Χαρακτηριστικό της εποχής είναι και τα μικροδωράκια που αυθόρμητα προσέφεραν στον Ολυμπιονίκη διάφορες επιχειρήσεις: ισόβιο προσωπικό εισιτήριο από τους Σιδηροδρόμους Αττικής, διάφοροι κοσμηματοπώλες του δώρισαν ρολόγια και αλυσίδες, ο καφεπώλης Μπαφέας του πρόσφερε καφέ για ένα χρόνο, η εταιρεία Singer μία ραπτομηχανή, 100 οκάδες κρασί από κάποιον οινοπαραγωγό και ο ξενοδόχος Βιβής ισόβια φιλοξενία στο καλύτερο δωμάτιο του ξενοδοχείου του.
(Πηγή: 24 Γράμματα)