Επαμεινώνδας Ζαβιτσάνος:“Με τιμωρούν που το συντήρησα για να πηγαίνω κάθε χρόνο στην Ελλάδα”
“Επαμεινώνδας Ζαβιτσάνος: Με τιμωρούν που το συντήρησα για να πηγαίνω κάθε χρόνο στην Ελλάδα”.
«Θέλουν να πουλήσουμε και να φύγουμε. Να μην πηγαίνουμε Ελλάδα, να πηγαίνουμε αλλού… Ούτε εμείς, ούτε τα παιδιά μας… Να πηγαίνουν οι ξένοι από όλο τον κόσμο κι εγώ να μην μπορώ να πάω…»
Πικραμένος και αγανακτισμένος ο Επαμεινώνδας Ζαβιτσάνος από το Μεγανήσι Λευκάδος, ήρθε στα γραφεία μας κρατώντας στο χέρι μια φωτογραφία του πατρικού του σπιτιού στο Σπαρτοχώρι Μεγανησίου. «Τι να έκανα; Να το άφηνα να πέσει; Θα λέγανε άφησε το πατρικό του να ρημάξει ο αχαΐρευτος…»
Ο κ. Επαμεινώνδας Ζαβιτσάνος γεννήθηκε το 1944 και μετανάστευσε στην Αυστραλία το 1962. Στo Σύδνεϋ έζησε και εργάστηκε τα τελευταία 50 χρόνια της ζωής του αλλά χωρίς να ξεχάσει ποτέ την πατρίδα του. Όπως δήλωσε στον Κήρυκα: «Προσπαθώ να πηγαίνω με την γυναίκα μου στην Ελλάδα κάθε χρόνο. Περνάμε πολύ καιρό στο Μεγανήσι της Λευκάδας, απ’ όπου και κατάγομαι. Για την ακρίβεια από το Σπαρτοχώρι, ένα από τα τρία χωριουδάκια που βρίσκονται στο νησί. Έχω εκεί το πατρικό μου σπίτι που το επισκευάσαμε πριν από τέσσερα χρόνια. Συνήθως περνάμε εκεί τους τρεις καλοκαιρινούς μήνες και τους υπόλοιπους το σπίτι μένει κλειστό. Εγώ εργάστηκα στην Αυστραλία και όπως είναι φυσικό, στην Αυστραλία φορολογούμαι. Στην Ελλάδα έχω το αδελφό μου. Αυτός πληρώνει τα πάγια έξοδα του σπιτιού που έχω εκεί. Δηλαδή την ΔΕΗ, το νερό, το βοήθημα. Πρόσφατα ήρθε το «χαράτσι», όπως λέγεται αυτός ο καινούργιος φόρος. Με ειδοποίησε ο αδελφός μου και πλήρωσα το φόρο που αντιστοιχούσε στα 80 τμ του σπιτιού. Το σπίτι αυτό, όπως σας είπα, ήταν το πατρικό μου. Δεν έφτανε φαίνεται το «χαράτσι» και λίγο αργότερα με ειδοποίησε ο αδελφός μου ξανά ότι πρέπει να πληρώσω και το ποσό των 490 ευρώ στην εφορία. Έκπληκτος τον παρακάλεσα να πάει στον έφορο και να ζητήσει να του εξηγήσει γιατί θα έπρεπε να πληρώσω αυτά τα χρήματα, υποθέτοντας ότι μπορεί να έχει γίνει κάποιο λάθος.
Ο αδελφός μου εξήγησε στον έφορο πως είμαι κάτοικος εξωτερικού και Αυστραλός υπήκοος. Και τι λέτε να του απάντησε ο έφορος; «Αν το χε νοικιάσει, τόσα χρήματα θα πλήρωνε. Δεν μπορώ να κάνω τίποτα». Ένα σπίτι που είναι για εννιά μήνες κλειστό! Ξέρετε τι νομίζω; Νομίζω ότι θέλουν να μας εξαναγκάσουν να το πουλήσουμε κι εκεί που πάμε κάθε χρόνο στην Ελλάδα να πηγαίνουμε αλλού. Κι όχι μόνο εμείς θα σταματήσουμε να πηγαίνουμε, αλλά και τα παιδιά μας. Έχω ακούσει κι άλλες περιπτώσεις φίλων που πλήρωσαν φέτος και θα πληρώσουν και του χρόνου ξανά. Τι μπορείς να κάνεις; Αν δεν πληρώσεις θα στο κατασχέσουν. Να το πουλήσω; Αν το πουλήσω είναι δυο ταξίδια από την Αυστραλία στην Ελλάδα η αξία του… Μήπως δεν έπρεπε να το φτιάξω; Κι ας λέγανε, κοίτα τον αχαΐρευτο, του άφησε ο πατέρας του ένα σπίτι κι αυτός το εγκατέλειψε κι έπεσε. Ή μήπως έπρεπε να το είχα πουλήσει απ’ την αρχή και να πηγαίνουν επισκέπτες από όλο τον κόσμο στον τόπο μου κι εγώ να μην μπορώ να πάω; Μάλλον με τιμωρούν που το συντήρησα για να πηγαίνω κάθε χρόνο στην Ελλάδα. Ξέρεις κάτι; Ενδιαφέρομαι γιατί είναι η πατρίδα μου, αλλά πάνε να με διώξουν από την πατρίδα μου…»
(Πηγή: Ελληνικός Κήρυκας: www.greekherald.com.au)