Ο χώρος του Ιονίου
γράφει ο N. Γ. Μοσχονάς
Κεντρική θάλασσα της Μεσογείου, το Ιόνιο πέλαγος αποτελεί το υδάτινο πεδίο φυσικής ροής και σύγκλισης των ροπών του κόσμου καλύπτοντας με τα πολυκύμαντα πέπλα του τον ομφαλό της γης. Μαζί με την Αδριατική και το Λιβυκό πέλαγος, το Ιόνιο δημιουργεί τον άξονα που διαιρεί τον μεσογειακό χώρο σε δυτικό και ανατολικό, προβάλλοντας εντονότερα τη φαινομενική αυτονομία που παρουσιάζουν οι αντίστοιχες μεσογειακές λεκάνες αλλά και διευκολύνοντας τη συνάφεια και την επικοινωνία των δύο κόσμων, της Δύσης και της Ανατολής, πρωτεϊκών και πολύπειρων συντελεστών του μεσογειακού πολιτισμού.
Το Ιόνιο Πέλαγος εκτείνεται στην κεντρική περιοχή της Μεσογείου ανάμεσα στους παραλλήλους 40ο 25΄ και 36ο 23΄ βόρειου πλάτους και στους μεσημβρινούς 15ο 09΄ και 22ο 29΄ ανατολικού μήκους και ορίζεται δυτικά απο τις ακτές της νότιας Ιταλίας και της Σικελίας και ανατολικά απο τις ακτές της ελληνικής χερσονήσου. Οι άξονες των ακτογραμμών αυτών συγκλίνουν προς βορρά σχηματίζοντας ένα ευρύ ιδεατό ισόπλευρο τρίγωνο με βάση τη νοητή ευθεία που ενώνει το σικελικό ακρωτήριο Πάσσαρο (Passaro) – η Πάχυνος άκρα των αρχαίων – με το πελοποννησιακό ακρωτήριο Ταίναρο (κάβο Ματαπά). Βόρεια, το Ιόνιο πέλαγος συγκοινωνεί με την Αδριατική θάλασσα – τον Κόλπο της Βενετίας, όπως αναφέρεται στην παλαιότερη χαρτογραφία και στις δυτικές πηγές – με τον Ιόνιο πόρο, γνωστό σήμερα ως πορθμό του Ότραντο (Otranto, ο αρχαίος Υδρούς), που σχηματίζεται μεταξύ των ακρωτηρίων του Ότραντο βορειοδυτικά και της Γλώσσας των Ακροκεραυνίων βορειοανατολικά, συνολικού πλάτους 40 μιλίων, ενώ ο νότιος ορίζοντας του Ιονίου, ανοικτός σε όλο το πλάτος των 360 ναυτικών μιλίων που παρουσιάζει εκεί το πέλαγος, επιτρέπει την ελεύθερη και συνεχή συνάφεια του Ιονίου με το Λυβικό πέλαγος που μαζί του συνορεύει και σμίγει τα κύματά του. Η ολική είσδυση του Ιονίου είναι περίπου 300 ναυτικά μίλια.
Εντυπωσιακό είναι το φαινόμενο των κολπώσεων που παρουσιάζουν οι ακτές του Ιονίου. Αδρές και επιβλητικές οι καμπύλες γραμμές των δυτικών ακτών σχηματίζουν ευρύχωρους ανοικτούς κόλπους, με σπουδαιότερους τον ευρύτατο κόλπο του Τάραντα (Golfo di Taranto) και νοτιότερα τον Σκυλλητικό (Golfo di Squillace) στη νότια Ιταλία και τον κόλπο της Κατάνης (Golfo di Catania) στις σικελικές ακτές. Η δυτική ακτογραμμή του Ιονίου διακόπτεται απο τον Σικελικό πορθμό (δίαυλος της Μεσσήνας – Stretto di Messina), που ανοίγεται ανάμεσα στη χερσόνησο της Καλαβρίας και στη Σικελία επιτρέποντας στη θάλασσα του Ιονίου να συγκοινωνεί με το Τυρρηνικό πέλαγος. Σε αντίθεση με τη λιτή και αυστηρή γραμμή των δυτικών ακτών, η ανατολική ακτογραμμή του Ιονίου ξετυλίγεται περίτεχνα, με τη ζωηρή και συναρπαστική εναλλαγή βραχέων και μακρών διαστημάτων, την αρμονική διαδοχή απο οξείες και αμβλείες πτυχώσεις και τη συνεχή αντίστιξη εξοχών και εσοχών που σχηματίζουν πολύμορφους και ιδιότυπους κόλπους: τον περίκλειστο Αμβρακικό, που μεταφέρει την άλμη του Ιονίου στο εσωτερικό της ηπειρωτικής Ελλάδας, τον άπυγο Πατραϊκό – ανατολική πύλη του Ιονίου – και τον συνεχόμενο μαζί του επιμήκη Κορινθιακό, που διαχωρίζουν την Πελοπόννησο απο τη Στερεά, τον αμβλύ Κυπαρισσιακό και τον ανοικτό προς νότο Μεσσηνιακό, που σχηματίζονται αντίστοιχα στις δυτικές και στις νότιες ακτές της Πελοποννήσου.
Αντίθετα με το διάσπαρτο απο νησιά Αιγαίο, η θάλασσα του Ιονίου εμφανίζεται στη μεγαλύτερη έκτασή της ενιαία και συνεχής, χωρίς να διακόπτουν νησιά τον ορίζοντά της. Ελάχιστες, ασήμαντες εδαφικά νησίδες και σκόπελοι αναδύονται κοντά στις δυτικές ακτές, ενώ τα μόνα σημαντικά, φερώνυμα του πελάγους, Ιόνια νησιά είναι συγκεντρωμένα στην ανατολική παράκτια ζώνη, ενισχύουν την πολυπλοκότητα της ηπειρωτικής ακτογραμμής και αποτελώντας τους ισχυρούς σπονδύλους ενός φυσικού κυματοθραύστη, που προστατεύει τις ακτές της ελληνικής χερσονήσου, δημιουργούν στην περιοχή μικρές, εσωτερικές, ευλίμενες θάλασσες. Το πλήθος απο μικρότερα νησιά, νησίδες και σκοπέλους που περιστοιχίζουν τα μεγαλύτερα Ιόνια νησιά, οξύνει την αντίθεση που παρουσιάζει η νησώδης αυτή ζώνη απέναντι στην αμιγή υδάτινη έκταση του πελάγους.
Η συστοιχία των Ιόνιων νησιών απαρτίζεται απο δύο μερικότερα, διαφορετικής μορφής και χωριστά μεταξύ τους συγκροτήματα. Βορειότερα, σε μικρή απόσταση απο την ηπειρωτική ακτή, δεσπόζει η Κέρκυρα που δορυφορείται απο τα Διαπόντια νησιά (Οθωνοί, Ερείκουσα, Μαθράκι, Διάπλο και άλλα μικρότερα) στα βορειοδυτικά και απο τη δυάδα των Παξών και των Αντιπάξων με τα μικρονήσια τους στα νοτιοανατολικά. Στον χώρο αυτό διαμορφώνεται, ανάμεσα στην Κέρκυρα και στην Ήπειρο, η διαμπερής Κερκυραϊκή θάλασσα. Πυκνότερο παρουσιάζεται το νησιωτικό συγκρότημα του κεντρικού τμήματος της ζώνης αυτής του Ιονίου, όπου το ευρύ τόξο που σχηματίζουν η συνεχόμενη με την Ακαρνανία Λευκάδα, η Κεφαλονιά και η Ζάκυνθος, που τείνει προς τις ακτές της Ήλιδας, δημιουργεί την εσωτερική θάλασσα των Εχινάδων, που περιορίζεται ανατολικά απο τις ακτές της Ακαρνανίας και της βορειοδυτικής Πελοποννήσου. Στο βόρειο τμήμα του θαλάσσιου αυτού χώρου περικλείεται το μικραρχιπέλαγος των Τηλεβοΐδων (Μεγανήσι, Κάλαμος, Καστός με τις παρακείμενες νησίδες Σπάρτη, Μαδουρή, Σκορπιός, Κύθρος και άλλα νησόπουλα), το βραχώδες Αρκούδι, η περιώνυμη Ιθάκη, η Άτοκος και τα ερημόνησα των Εχινάδων.
Νότια της Ζακύνθου δεν απαντούν παρά μόνο τα ερημικά μικρόνησα των Στροφάδων και τα λιγοστά νησίδια που παραστέκουν τις μεσσηνιακές ακτές• η Πρώτη, η Σφακτηρία και νοτιότερα η συστάδα των Οινουσών (Σαπιέντζα, Σχίζα, Βενέτικο και άλλα μικρότερα βραχονήσια). Τέλος, έξω απο τα συμβατικά γεωγραφικά όρια του Ιονίου, στο τριπέλαγο όπου τα νερά του Ιονίου συμπλέκονται με τα κύματα του Μυρτώου και του Κρητικού, στέκονται φρουροί στη δυτική πύλη του Αιγαίου τα Κύθηρα και τα Αντικύθηρα, γήινη αλυσίδα ανάμεσα στον κάβο Μαλιά και τη δυτική άκρη της Κρήτης.
Οι κρημνώδεις δυτικές ακτές των νησιών του Ιονίου αποτελούν εύγλωττη μαρτυρία των γεωλογικών διαταράξεων και μεταβολών που συντελέστηκαν και συντελούνται ακόμη στην περιοχή. Το μεγάλο ρήγμα του Ιονίου – φυσικό σχίσμα Ανατολής και Δύσης – οδηγεί στα νοτιοδυτικά της Ζακύνθου και της Πελοποννήσου σε χάσμα, γνωστό ως Φρέαρ των Οινουσών, όπου έχει μετρηθεί το μεγαλύτερο βάθος της Μεσογείου (5.005 μέτρα). Σ’ αυτή την οριακή γραμμή, την ιόνια αύλακα, που μαζί με τη λιβυκή αύλακα περιχαρακώνουν τον ευρύτερο χώρο της ελληνικής Ανατολής, απο την Κέρκυρα ώς τις μικρασιατικές ακτές, ακολουθώντας την καμπύλη του δειναροταυρικού τόξου, προστρίβονται η αφρικανική και η ευρασιατική λιθοσφαιρική πλάκα συνταράσσοντας με την τρομακτική τους ενέργεια τα θεμέλια της γης. Η αχανής και επιφανειακά έρημη, πέρα απο τα Ιόνια νησιά, θαλάσσια έκταση του Ιονίου μαζί με το επίσης αχανές Λιβυκό πέλαγος αποτελούν τον μεγαλύτερο κενό χώρο της Μεσογείου, μια θαλάσσια έρημο που συνιστά το υγρό ισοδύναμο της αφρικανικής ερήμου.
(Πηγή: 24grammata.com/ ιστορικά ταξίδια)