Χαλκακόσα …όπως παλιά.
Η μέρα μας ξεκινούσε πολύ πρωί, όχι απαραίτητα γιατί το κουδούνι του σχολείου χτυπούσε νωρίς. Οι μανάδες μας ξύπνιες από τα χαράματα μας ετοίμαζαν και έφευγαν για τις ελιές η τα χωράφια. Αφού μας έπλεναν στη βρύση για να ξεσκοτίσουμε και μας έκανε κοτσίδες τα μακρυά μας μαλλιά έφτιαχνε το γάλα μας.
Δεν είχαμε πολλές επιλογές . Αυτό συνήθως ήταν η φρέσκο πρόβειο, η βάζο.
Το πρόβειο το ζεσταινε , έριχνε λίγο αλάτι, βάζαμε μέσα χαψές ψωμί και το τρώγαμε. Αν στην οικογένεια δεν υπήρχε κοπάδι τότε έπαιρνε από το μαγαζί κουτί.
Νουνού, γάλα Βλάχας ζαχαρούχο ( αηδία ) και Τσέχας.
Αργότερα ανακάλυψαν το Κακάο την Οβομαλτίνη και το Χέμο και το γάλα γινότανε πιο νόστιμο.
Σοκολατούχο υπήρχε και έτοιμο όπως το Καρνέισον και το Γιόκο Τσόκο αλλά αυτό το πίναμε συνήθως το απόγευμα.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ το καλαθάκι με τα «πρωινά « που παίρναμε μαζί μας στο σχολείο κάθε πρωί.
Η ετοιμασία του γινόνταν από βραδύς η το πρωί ανάλογα με το περιεχόμενο που ήταν γνωστό για τον καθένα μας.
Οι της υγειεινής διατροφής ετοίμαζαν φέτες ζεστό ψωμί ( ζεστοφούρνι) που άλοιφαν με λάδι.
Η συνοδεία δεν ήταν για όλους η ίδια.
Αλλοι προτιμούσαν τυρί- χλωροτύρι – κατά βάση και άλλοι ζάχαρη. Σε αυτή τη περίπτωση το καλαθάκι ετοιμάζονταν το πρωί.
Η άλλη συνοδεία της φέτας ήταν το σαλάμι που παίρναμε στο διάλειμμα από τον Πάκη. Οσες φέτες θέλαμε. Μας δίνανε τα λεφτά κι εμείς τα κάναμε φέτες χαρακτηριστικά λεπτοκομμένες. Τυχερός αυτός που έπεφτε στο τέλος της βέργας γιατί συνήθως ήταν πιο χοντρή η φέτα.
Το απόγευμα που υπήρχε περισσότερος χρόνος για τους λάτρεις του ψωμιού η φέτα γινόντανε ξιφάρι -αγκαθός . Εκαναν μια λόμπα στη μέση και έριχναν λάδι. Με το κομμάτι του ψωμιού που έβγαζαν απ΄τη λόμπα παπάρωναν και το υπόλοιπο. Αργότερα στο ψωμι βάζαμε μερέντα η μερμελάδα.
Η προμάδα και η ριγανάδα ήταν εδέσματα με βάση το ψωμί αλλά κυρίως συνόδευαν το «δειλινό «μας.
Οι πιο προνομιούχοι, αυτοί δηλαδή που οι μανάδες τους έμεναν σπίτι τα πρωινά τρώγανε τηγανίτες. Μας τις έφερναν στο διάλειμμα από το σύρμα του κήπου του Κανούλια, μέσα σε γαδένι σκεπασμένες με μπόλια. Κι όταν τις ξεσκέπαζες άχνιζε ο ατμός από τη λοιωμένη ζάχαρη και μοσχομύριζε ο διάδρομος.Κάναμε κρα για μια τηγανίτα αλλά δεν τη χαράμιζε κανένας.
Αλλοι τώρα προτιμούσαν το έτοιμο έδεσμα από το μαγαζί. Ετσι έπαιρναν από βραδύς το πρωινό τους και το καλαθάκι είχε μέσα διάφορα χαλκακόσα όπως:
Μπόζο γαριδάκια. Είχαν τη φάτσα του Μπόζο και μια περίεργη γεύση τυριού.
Σοκοφρέτα. Νούμερο ένα σε πωλήσεις. Τέλειος συνδιασμός με Εχτρα τυρογαριδάκια αρκεί να τα έτρωγες εναλλάξ. Τα γαριδάκια όσο ήταν φρέσκα και τραγανά ήταν νόστιμα. Αμα τάβλεπε ο ήλιος γινόντανε μαλατσερά σα σφουγγάρι. Μέσα στη σακούλα υπήρχαν και στρογγυλά που δεν είχαν όμως την ίδια γεύση. Δρακουλίνια με γεύση ντομάτας που τα βάζαμε στο στόμα και κάναμε το Δράκουλα και Πακοτίνια που τα βάζαμε στα δάχτυλα και τα πετάγαμε ως το στόμα. Τα Φουντούνια και τα Φοφίκο τα τρώγαμε όταν νηστεύαμε.Τα Πιτσίνια είχανε γεύση πίτσας και τα πατατάκια ήταν λεπτοκομένες τηγανητές πατάτες.
Αυτά δεν τα πολυτρώγαμε…
Αλλες γκοφρέτες ήταν Η κουκουρουκου που είχε αυτοκόλητα ηρώων, και η Σερενάτα που ζήλεψε από τη Σοκοφρέτα.
Αργότερα λίγο ανακαλύψαμε το Κις και τα παραγιομιστά μπισκότα Παπαδοπούλου.
Τα Μιράντα τα βάζανε στο » φρούτο» των μωρών και τα αλέθανε μαζί ή τα τρίβανε με τον τρίφτη για να γλυκάνουν τα φρούτα. Γαλέτες τις λέγανε.
Αγαπημένες σοκολάτες ήταν η Ιον αμυγδάλου και η Υγείας.
Το καλύτερο όμως ήταν το Ταμ-ταμ. Από κάτω μπισκότο, από πάνω μαρέγκα , σαντιγύ και σοκολατένια λιγκονάκια.Αποκλειστικός αντιπρόσωπος στο Μεγανήσι ο Βιτσέντσος που είχε κι όλα τα άλλα χαλκακόσα. Σε κάθε διάλειμμα πηγαίναμε και ψωνίζαμε.
Τα καλάθια μας ήταν παρατεταμένα στο περβάζι του σχολείου έξω στο διάδρομο. Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι ταραξίες με την διακαιολογία της τουαλέτας έβγαιναν έξω και έκαναν γιουρούσι. Αλλος έκλαιγε το μήλο κι άλλος έκλαιγε το απίδι. Δεν είναι λίγο πράμα νάχεις κάνει τη κουμπάνια σου και να μένεις νηστικός. Σ΄ είχε ξεγκαρδίσει κι η πείνα…..
Μετά από το σχολείο πηγαίναμε σπίτι όπου εκεί μας περίμενε έτοιμο στωμένο τραπέζι με ότι φτωχικό είχε ο καθένας.
Και το απόγευμα τσιμπάγαμε πάλι κάτι τις. Σπιτικό ρυζόγαλο με κανέλα, ψωμί με ζάχαρη ή με πάστα για τους καλοφαγάδες και αυγό δαρτό με ζάχαρη και κακάο. Οι γλόζοι γυρεύανε λεφτά απτις βαβάδες και ξανά στο μαγαζί, αυτή τη φορά για ότι δεν επιτρέπονταν στο σχολείο.
Τσίχλες-μαστίχες- καραμέλες, αγλυφούτζα, και παγωτά το Καλοκαίρι.
Τσίχλες Μπικ Μπάμπολ και διαγωνισμός μεγαλύτερης φούσκας.Στρογγυλές με χρυσό περιτύλιγμα σε σχήμα λίρας.
Αμερικάνικες που φέρνανε όσοι ήταν ναυτικοί. Τα τσιγαράκια σε πακέτο, που τις βάζαμε στο στόμα και κάναμε ότι καπνίζαμε.Υπήρχαν και κάποιες που στο χαρτί είχαν χαλκομανίες.
Καραμέλες αρωματικές, βουτύρου κοκος και λαβδας με την αγελαδίτσα απέξω, και Αστακός .Οι Ο-μαμυ ήταν οι καλύτερες. Για το λαιμό οι Χωλς με βειποράξιον που μαλακώνουν και γλυκαίνουν το λαιμό, και οι Ιον για τις καπνίστριες που δεν ήθελαν νατις πάρουν …μυρωδιά.
Μέντες Μεζ, και γλυφειτζούρια σε σχήμα κοκοράκι. Ελοιωνε στο στόμα. Δεν βλέπαμε την ώρα να κατέβουμε στο Βαθύ για Αγγλικά για να πάρουμε από τη Νίτσα το κοκοράκι.
Τα παγωτά τώρα ήταν η αδυναμία μας. Μάχη δίναμε με τη μάνα μας . Μετρημένα τη μέρα και όταν μπεί Καλοκαίρι. Οχι νωρίτερα. Ποιά να θυμηθώ. Τα Αγνό, τα Θαύμα, τα πρώτα Εβγα, τα Αστυ!!!
Ξυλάκι σοκολάτα από το Νικολάκια. Πύραυλο, μισό-μισό και κυπελάκι. Σπρώξε γλύψε από τον Πάκη.
Τις λιχουδιές μας συνοδεύαμε και με το απαραίτητο πιοτό. Οι χυμοί Φλώρινα. Στο σχολείο μας έδιναν χυμούς ροδάκινο από ένα τσίγκινο βάζο του κιλού και στη ζωή μας ήρθε η κοκα-κολα, η γκαζόζα, και η πορτοκαλάδα λουξ.
Θυμάμαι τις γριές στη γειτονιά που άπλωναν τις χούφτες τους να τους ρίξουμε μια στάλα καπα κολα η μια γουλια σπρακι.Αναψυστικά όπως τα λέγανε. Ηταν το ξεραθυμικό τους.
– «Ρίξε μου μια στάλα μες τη φούχτα μου κια φρίηκε ο στόμας μου » μας λέγανε.
Ούτε τα γλυκάκια μας έλειπαν.
Αυτό που βρίσκαμε άφθονο ειδικά από Οκτώβρη και μετά ήταν το γλυκό του κουταλιού. Σταφύλι και σε ειδικές περιπτώσεις κυδώνι.
Από τα σπίτια μας δεν έλειπαν τα φρουτέξ, το πευκάκι, το μπακλαβαδάκι και τα λουκούμια. και η βανίλια (υποβρύχιο).Μην έρθει κανένας νάχουμε να τον κεράσουμε.
Η μάνα μου τάκρυβε αλλά πάντα τα βρίσκαμε και αδειάζαμε τα βάζα, οπότε άμα ερχόντανε κανένας γινόντανε ρεζίλι γιατί δεν έβρισκε τίποτα.
-«Μες τ΄άτρυπο κολοκύθι να τα βάλω εσείς θα τα βρείτε με τη μυρωδιά, ρεζίλι με κάματε » μας έλεγε.
Λουκούμια Ραχατ τυλιγμένα σε ασημόχαρτο που από την πολυκαιριά κολάγανε στο χαρτί .
Από την Λευκάδα μας έφερναν εργολάβους ενώ λατρεύαμε το παστέλι και το μαντολάτο.
Πριν το βραδυνό την όρεξη μας άνοιγε το γιαούρτι η το ρυζόγαλο πάλι από τη Νίτσα.
Το γιαούρτι ήτανε συνήθως ξινό και είχε πέτσα. Δε πήγαινε κάτω χωρίς ζάχαρη. Το ρυζόγαλο στο παδελάκι σε νοστίμιζε. Μπόλικη κανέλα και έγλυφες και τα δάχτυλά σου.
Αυτά ήταν τα δικά μας χαλκακόσα, και κάπως έτσι γεμίζαμε όλη μέρα το στομάχι μας.
Περίπτερα δεν είχαμε. Οι προμήθειες γινόντανε από τα μπακάλικα η τα πολυκαταστήματα που υπήρχαν τότε. π.χ. Πάκης ( κρεοπωλείο, παντοπωλείο, καφεουζερί)
Αν είχαμε όμως θα ήταν κάπως έτσι:
Πολλές γεύσεις ήταν άγνωστες για μας. Δεν ξέραμε την πίτσα, το κρουασάν, τα ποπ-κορν. Μόνο όταν στη ζωή μας μπήκε η τηλεόραση μάθαμε κι άλλα εδέσματα. Και σιγά-σιγά ήρθαν κι εδώ. Η δύναμη της διαφήμισης βλέπετε.
Πολλές φορές τρέχαμε να αγοράσουμε το νέο χαλκακόσο, όχι τόσο γιατί μας άρεσε η γεύση του, όσο για τα αυτοκόλλητα ή τις εικόνες που είχαν στη συσκευασία. Αγαπημένους ήρωες … Σνούπυ, Σκούπυ Ντου, Πίπη Φακιδομύτη κ.α. Κι αρχίζαμε τις συλλογές, αφού πρώτα μας στέλνανε το άλμπουμ.
[yframe url=’http://www.youtube.com/watch?v=h0a6DtUE85k&NR=1′]
[yframe url=’http://www.youtube.com/watch?v=jyjtV8ywZnY’]
[yframe url=’http://www.youtube.com/watch?v=jkpGJv4XVZ0′]
[yframe url=’http://www.youtube.com/watch?v=kM0xhvIdO_c&feature=related’]
Σήμερα οι επιλογές είναι πολλές. Κάποια προϊόντα υπάρχουν ακόμα και κυκλοφορούν με μεγάλες πωλήσεις. Σοκοφρέτα, Λάκτα, κ.α.
Άλλα έχουν χαθεί, και κάποια έχουν αλλάξει όνομα.Και οι γεύσεις έχουν αλλάξει.
Αυτό που παραμένει το ίδιο είναι η επιθυμία– ειδικά κατά τις απογευματινές ώρες– για … χαλκακόσο…
Έλλη Καββαδά
30 Μαρτίου 2011 @ 10:44
@ Ολφε δεν είμαι σίγουρη για την ορθογραφία της λέξης χαλκακόσο. Εσύ σαν νονός διόρθωσέ με.
Αν τώρα έχω ξεχάσει κάποια, γι αυτό είσαστε εσείς εδώ…
Συμπληρώστε το άρθρο…
olf
30 Μαρτίου 2011 @ 15:25
Απανταται μονο στον πληθυντικο κατα την ταπεινη μου γνωμη.
Οσο για την ορθογραφια δεν προκυπτει απο καπου να θελει Ω ..οπότε μια χαρα μου φαινεται.
Καποιος πιο ειδικος στην ετυμολογηση , αν εχει ιδεα ας απαντησει ή ακομη ας γινει και καμμια εικασια μηπως και βγει τίποτα περι της προελευσης του όρου .
Πάρε και ενα ποιημα των Λιθίων για το Σαλαμι Του Πάκη
ΤΟ ΣΑΛΑΜΙ (ΤΟΥ ΠΑΚΗ)
Ημαστε καλα παιδια κι αριστοι μαθητες-γιατι το
σαλαμακι μας ηταν διαφανες.
Το παιρναμ’απο’κει στο μπλε το μαγαζι- μας το ‘κοβε ο Πακης με τεχνη περισσή.
Καθε πρωι που τροχιζε σουγια κωλοκοτρωνη,περιμενε το διαλλειμμα την πεινα να μας λιωνει,
το νυχι του ετοιμαζε αποβραδις στ’ακονι και το κουδουνι τ’ ακουγε πισω απο τ αλωνι.
Τοτε εμεις ετρεχαμε με διφραγκο στο χερι κι ο Πακης ξεθηκαρωνε τ ονομαστο μαχαιρι,
το νυχι εβαζ’ αναμεσα σ αυτο και το σαλαμι και με χειρουργου κινηση το εκοβε σαν τζαμι.
Τοτε ολοι απορουσαμε…μα ηταν προφανες:
οπου ειχε ξυγκι ευμέγεθες ητανε διαφανες.
Εικοσι φετες παιρναμε στο παχος οσο μια και στο σχολειο γυριζαμε με την καρδια μας κρυα.
Υστερα εμεις το παιρναμε,το βαζαμε στο ματι και βλεπαμε ως απεναντι που ρπίζαν το κανατι…
Αυτο δεν ηταν αγορα, παρα ητανε disaster
που για σαλαμι παιρναμε να φαμ’ενα view master!
……με την καλη εννοια.
ΣΤΑΘΗΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
30 Μαρτίου 2011 @ 12:13
θυμάμε είχα πάρει απο το Βαθύ φοφίκο τα είχε ο μπάρμπα Ντίνος ο Κακανός και ηταν πολύ ωραία μετά απο όπου και να έπερνα έλεγα πάντα μορε σαν του μπάρμπα Ντίνου του Κακανού δεν είναι με τίποτα.Το απόγευμα είχε αγκαθό με λάδι ντομάτα και τερί και παιχνίδια το γνωστό ,κρυφτώ, κυνηγητό , κομάν , φωτιά , η πετροπόλεμο, που δεν είχε παίξε γέλασε αν σ΄ έπερνε η πέτρα είσουνα νέτος.
Το καλό είναι οτι τα ζήσαμε αυτά τα όμορφα χρόνια και το κακό ειναι οτι δεν θα ξαναγυρίσουν ποτέ!!!
Ερικα
30 Μαρτίου 2011 @ 14:36
Απ του μπακολα παιρναμε στραγαλοσταφιδες μεσα σε χωνακι φτιαγμενο απο ψηφοδελτιο που τουχε δωσει ο Λαμπρος(περισευματα)απο τις εκλογες.Τα τρωγαμε στις αγραπνιες κι ο παπα Αντρεας μας εκανε παρατηρηση οταν ειχαμε κατηχητικο.Παιρναμε και καραμελες αρωματικες.Κοκκινες και μεντα.Η μανα μου ελεγε μη παιρνεις κοκκινες μυριζουν σα μοσχοσαπουνο.Παντα δεκαετια του 60….
olf
30 Μαρτίου 2011 @ 15:34
Οταν μας πηγαινε η μανα μας στη Λευκαδα με τη συγκοινωνια κάναμε σα λιμασμενα με τις τυροπιτες του Πολυμερη και εκεινα τα αφρατα ψωμακια με τη ζαχαρη και την κανελλα τα οποια φανταζαν στα αλποτσακαλένια ματια μας ως πανακριβα ντελικατεσσεν ( και μη γελατε εσεις οι μεγαλωμενοι στην Αθηνα- ετσι και χειροτερα ηταν τα πραγματα κατα τα σεβεντις)καθοτι το ψωμι στο χωριο ηταν παλουκι και μονοτονο.
ΣΤΑΘΗΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
30 Μαρτίου 2011 @ 18:02
Oλφέ έρχεται ο Μιλάνος με το αεροπλάνο και το αλογάκι στην πλατεία που έφερνε η Λέτα . Ανεβέναμε 2-3 απάνου και ο Μήτσος μας φώναζε πως θα το χαλάσουμε.
Ερικα
30 Μαρτίου 2011 @ 21:01
Στις 21 Μαη του Αη Κωσταντινου που ηταν και βιολια στη πλατεια ερχοταν ο Μιλανος με το βαλιτσακι του.’ηρτε ο Μιλανος με ταεροπλανο και θα φυγει με το μπανιο’
Ερικα
30 Μαρτίου 2011 @ 21:18
Τη πρωτοχρονια που λεγαμε τα καλαντα,αγοραζαμε απ του Πανερη η’ απ τη Λετα πορτοφολακια να βαλουμε μεσα τα δυφραγγα και τις δραχμες.Ηταν ομως πολλα κι αυτο ανοιγε στα δυο.Ο Μιλανος εφερνε απ τη Χωρα μοντερνα δαχτιλιδια και ρολογια,ολοχρυσα…
olf
31 Μαρτίου 2011 @ 20:07
…και εκειος ο μπαρμπας ο ασπρομαλλης με τα φυστικια .
Έλλη Καββαδά
1 Απριλίου 2011 @ 00:02
Γιώργο να μην συμπεριλάβουμε και τις μπουρνέλες που φεύγανε απο τα φυσοκάλαμα γιατί σαν χαλκακόσο ήτανε τραπέτσι. Να σου θυμίσω ένα παγωτό πύραυλο που μετά από πρόκλησή σου πήγε σε μάτι αντί για στόμα. Στην πλατεία του κουμέ. Θυμάσαι;
Απόγευμα μόλις είχαμε παίξει τον ρολογά.
Παναγιώτης Κονιδάρης
30 Μαρτίου 2011 @ 16:26
Χα-χα! Μνήμες κι αυτές! Από μικροί φαινόμασταν τι σόι καταναλωτές θα γινόμασταν.
Πάντως έχει δίκιο ο Γιώργος, δεν νομίζω ότι σχηματίζει ενικό αριθμό το «χαλκακόσα». Εξ’ άλλου σημαίνει τα γλυκά και τα ζαχαρωτά σε αντιστοιχία με τα «καλούδια». Λέει κανείς «το καλούδι»; Δε νομίζω.
Για την ετυμολογία δεν ξέρω. Υποψιάζομαι κάποια βαρβάτη παραφθορά. Έψαξα και στο slang.gr αλλά η μόνη αναφορά που βρίσκω είναι από Μεγανησιώτη ή Λευκαδίτη (και υποψιάζομαι ποιον!). Φαίνεται ο ιδιωματισμός να είναι στενεμένος γεωγραφικά. Βρήκα και μια αναφορά από Ιθακήσια πηγή («Μετά ξεντοκοιλιαστείτε στο ζηαφέτι
του Ομίλου με κράσο και χαλκακόσα Ανωησάνικα»), όπου ο όρος φαίνεται να έχει ευρύτερη έννοια (μεζεδάκια).
Θα αποτολμήσω μόνο μια εικασία. Ίσως προέρχεται από το calca cosa, όπου calca= ο συνωστισμός, η πληθώρα και cosa= το πράγμα. Καθελοϊδια, θα μεταφράζαμε 🙂
Per mangiare, θα προσθέταμε 🙂
Παναγιώτης Κονιδάρης
30 Μαρτίου 2011 @ 16:28
To calca cosa ξέχασα να πω ότι είναι στην ιταλική.
Ερικα
30 Μαρτίου 2011 @ 17:43
Στη πλατεια στη Χωρα να φαμε το μπωλ το προφιτερολ στο ζαχαροπλαστειο του Λαμπρου.Ειμαστε σε διλειμμα,παστα?η’προφιτερολ?
olf
30 Μαρτίου 2011 @ 20:23
και στου Παπαδοπουλου του Ντινου ηταν Σούπερ.
Δάγλα Νάντια
30 Μαρτίου 2011 @ 22:16
Eμείς στα Αλώνια στο μπαρμπα Ζώη αγοράζαμε αγλειφούτζα (κοκοράκια),στο Σωτήρη τύχες ή το απογευματινό μας αναψυκτικό γκαζόζα και βυσινάδα συνήθως,στο Νιάγκα γλυκά ταψιού (καρυδόπιτα,καταίφι ή μπακλαβά)τυλιγμένα στη λαδόκολλα που να βρείς κουτί ζαχαροπλαστείου?Στη Λέτα στη παλιά πλατεία ανάμεσα στα μεταξάκια και τις ρικέλες,αγοράζαμε βανίλιες σε μικρά χρωματιστά ποτηράκια με ίδιο κουταλάκι,και μικρά λαστιχένια κουκλάκια που στοίχιζαν 2 δραχμές ……
Μη ξεχάσω τα απογεύματα του καλοκαιριού σκοτωμός για ένα ματσάκι φρέσκα ρεβύθια από τη θειά Βαγγέλω…
Μπράβο Έλλη που ζωντάνεψες τα παιδικά μας χρόνια κι έδωσες αφορμή να μιλήσουμε στα παιδιά μας και να μοιραστούμε τις αναμνήσεις μας μαζί τους.
Έλλη Καββαδά
30 Μαρτίου 2011 @ 22:38
Τις βανίλιες τις είχα ξεχάσει τελείως. Εχεις δίκιο τα ποτηράκια ήταν κολονάτα και τα κουταλάκια μικροσκοπικά. Σαν τα μερεντάκια αργότερα.
Τα ρεβύθια τα είχα σημειώσει, όπως και τα μπίζα και τα τσερατσούλια, αλλά άφησα κάπου τις σημειώσεις και δεν τα θυμήθηκα.
Τα παιδιάμας πρέπει να γνωρίζουν τα βιώματα των γονιών τους. Τα δύσκολα αλλά όμορφα εκείνα χρόνια ίσως τα βοηθήσουν να εκτιμήσουν ή να αξιολογήσουν καλύτερα αυτά που έχουν τώρα.
Δάγλα Νάντια
30 Μαρτίου 2011 @ 22:28
…και καραμέλες ΜΕΖ μέντα και ούζο,και τα πρώτα ζελεδάκια από το μαγαζί του Τσιρμόκου στο πρώτο διάλλειμα του σχολείου το μεγάλο!!!!!!!
Παναγιώτης Κονιδάρης
30 Μαρτίου 2011 @ 23:01
Τα παγωτά! Θυμάμαι πράγματι εκειό το περίφημο «σπρώξε-γλύψε» αλλά και το άλλο που στον πάτο είχε μια μαστίχα. Θυμάμαι φυσικά τα πρώτα ψυγεία «Θαύμα» και «Αγνό» στου Νικολάκια και του Πάκη.Κάθε καλοκαίρι βέβαια ανέβαιναν οι τιμές, αλλά οι πιο παλιές που θυμάμαι ήταν 5 δρχ το ξυλάκι και 7 δρχ ο πύραυλος. Δεν ήταν και κάτι γαριδάκια «Τσιπίτα» με μια Αφρικανή απ’ έξω με θερία σκολαρίκια; Έβγαινε επίσης και μια γκοφρέτα, νομίζω «Σαφάρι», πολύ πριν την «Σερενάτα». Και κάτι σοκολάτες «Μέλο» ανασύρω στη μνήμη.
Ελλη
31 Μαρτίου 2011 @ 08:29
Υπάρχει στη γκαλερι φωτογραφια της Σαφαρι. Χαίρομαι πολύ που καταγράφονται και παλιότερες μνήμες. Ευτυχώς δεν είμαι εγω η παλιότερη εδώ….
Τα θεικά κοκορέτσα εμείς τα πέρναμε από τον ανταγωνιστή του Πάκη, τον Τσικόντολο.
Ερικα
30 Μαρτίου 2011 @ 23:53
Τα πρωτα παγωτα ταχε φερει ο Κωτσιας ο Αυγερινος στη πλατεια στη ραχη.ταφερνε μεσα σε κουτια με παγοκολονες να μη λιωσουν στη διαδρομη με το πουλμαν.Γινοταν χαμος ποιος θα παρει πρωτος σειρα.Κι οποιος επαιρνε το ποθητο παγωτο ‘ΘΑΥΜΑ’ηταν μισολιωμενο κι ηταν τυχερος να μη πεσει απ το ξυλακι κατω στο χωμα.
ΜΕΓΑΝΗΣΩΤΗΣ
30 Μαρτίου 2011 @ 23:58
ΔΕ ΘΑ ΞΕΧΑΣΩ ΠΟΤΕ ΕΚΕΙΝΑ ΤΑ ΚΟΚΟΡΕΤΣΑ ΤΟΥ ΠΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΜΟΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ.ΑΝ ΗΣΟΥΝ ΤΥΧΕΡΟΣ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΦΥΓΕΙΣ ΠΡΙΝ ΤΟ ΔΙ ΕΥΧΩΝ ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΛΑΒΕΙΣ
olf
31 Μαρτίου 2011 @ 00:00
η σαφαρι η στο Λιμονάρι…
ΜΕΓΑΝΗΣΩΤΗΣ
31 Μαρτίου 2011 @ 00:08
Τα πρωτα παγωτα ταχε φερει ο Σωκρατης ο κουλας.Η θεια Ανθουλα γυριζε με το καροτσακι.Τοτε υπηρχε το παλιο σχολειο.Θα θυμοσαστε βεβαια και τον Ζωη τον Αυγερινο το μαναβη που γυριζε με το καλαθακι και πουλουσε πορτογαλια.Οι πιο παλιοι θα θυμουνται οτι γινονταν πρωταθλημα στο παλιο σχολειο.Σε καθε διαλειμμα ερχονταν ο μπαρμπα Ζωης και πετουσε πορτογαλια απο το πορτονι του σχολειου μεχρι του διμοκα.Οποιος το επαιρνε ηταν ηρωας…..
Τάσος Κτενάς
31 Μαρτίου 2011 @ 01:26
Αν δεν έχουμε κάνει»επεμβατική θεραπεία για τον προστάτη»,αν δεν ανήκουμε στην κατηγορία που έχει υποστεί μείωση μισθού,γιατί εργαζόμαστε σε κάποια από «τις 1 στις 10 τέτοιες επιχειρήσεις»,αν δεν μας πιάνει ο νόμος για τους «εν δυνάμει δότες οργάνων» και αν δεν μας «ράβει κουστούμι το Υπουργείο Οικονομικών» θα μπορούσαμε να καταναλώσουμε ,όλα τα παραπάνω…. «χαλκακόσα»
αν όμως μας συμβαίνει κάτι απο τα παραπάνω,
το μόνο που θα μπορούσαμε να φάμε, θα ήταν μόνο… κάνα διαουρτάκι ή έστω κάνα ρυζόγαλο απο τη θειά Νίτσα!!!
Φ.Η.Αυγερινου
1 Απριλίου 2011 @ 00:25
Ελλη, να κανεις καποιο αρθρο που θα αναφερεται στους δασκαλους που ηταν στο νησι.θα επικοινωνησω μαζι σου εχω θεμα.Συναντησε ο Γιωργος, στην εκθεση Τουριστικο Πανοραμα 2010, τη δασκαλα Δημητρα Σκυλακου.Χρονολογια?1966 στο Κατωμερι.
Κανέλλος Κων/νος "Σκρομ"
2 Απριλίου 2011 @ 01:07
Αγλιφούτζι από το μαγαζάκι του Μπία που τα ζωγράφιζε με μαρκαδόρο και μετά μας πήγαινε γκονιονιό! Γαριδάκια με το διάφανο στη μέση, Ευζώνους ζαχαρωτούς σε χρωματιστό σελοφαν, μπομπονέλα, φοφίκο, Carnation και παγωτό μπάλα ποδοσφαίρου ΑΓΝΟ από την Αγάθη. Παστίλιες σε χάρτινο χωνάκι από Πάκη και Μπακόλα …
BOUBOU
20 Απριλίου 2011 @ 17:10
δεν ξέρω αν κανείς από σας έχει δοκιμάσει «κλαστό». Είναι ακόμα και σήμερα (για τους τυχερούς) η απόλυτη λιχουδιά. Βράδυ Παρασκευής ή Σαββάτου στο σπίτι του Ολφού στο χωριό παρέα με την Τασία να περιμένουμε τον μπαρμπά Λάμπρο να’ ρτει απ’ τη κοινότητα ή το καφενεί πάντα με τη μπουκάλα γεμάτη κόκκινο κρασί, και κόβαμε ψωμί και το πρόναμε στο μπουχαρί, μετά εβάναμε σ’ένα ρηχό πιάτο λάδι κράσι και το βουτάγαμε μέσα. Αυτό είναι το «κλαστό». Πρωτοκλασσάτο, και τότε και σήμερα.