Κλιμάκιο του Λιμεναρχείου επισκέφτηκε σήμερα το νησί για προγραμματισμένο έλεγχο αλιευτικών σκαφών που έληγαν οι άδειές τους (διετούς διάρκειας). Ο έλεγχος συνήθως είναι τυπικός και αφορά σε σωστικά, χώρους, μηχανές, φώτα κτλ
Ε, καλά, θα αναρωτηθεί κάποιος, και τι μ’ αυτό; Απλά έτυχε σήμερα να ακούσω μια παλιά διασκεδαστική ιστορία, με αφορμή το γεγονός, την οποία και μεταφέρω με δικά μου λόγια:
Ο μπάρμπας (θεός σχωρέσ’ τον…) είχε ένα μικρούτσικο βαρκάκι, χωρίς μηχανή, χωρίς φώτα, χωρίς καλά-καλά σύνεργα. Μόνο δυο κουπιά είχε όλα κι όλα κι αυτά για να τα τραβάει έπρεπε να στέκεται όρθιος, ο μισός μέσα στ’ αμπάρι. Κάτι φαγωμένες κόφες με παραγάδια και κάτι παλιοτονιές ο υπόλοιπος εξοπλισμός. Όταν λοιπόν έφτασε η ώρα του ελέγχου οι λιμενικοί κοίταξαν με απορία το θλιβερό σκαρί.
«Δεν έχεις πυροσβεστήρα;» ρώτησε τον ψαρά μας με τη δέουσα αυστηρότητα ο επικεφαλής.
«Πώς!», απάντησε ευθύς αυτός. Αρπάζοντας το μπουγέλο το βουτάει στη θάλασσα και τους το δείχνει γεμάτο. «Ορίστε!»
«Τι είναι αυτό;» απόρησε ο λιμενικός
«Πυροσβεστήρας» εξήγησε ο δικός μας με απόλυτη φυσικότητα. «Μηχανή δεν έχω, τι φωτιά να σβήσω; Για ένα σπίρτο, πιστεύω δικάει».
Οι λιμενικοί κατάλαβαν ότι θα ήταν μάταιος κόπος και άρχισαν να του απαριθμούν τα πράγματα που θα έπρεπε να προμηθευτεί για το σκαφίδι του, ώστε να είναι νόμιμος.
«Πρέπει να βάλεις μέσα τρία σωσίβια, μία πλωτή σχεδία, μια πλωτή άγκυρα, τέσσερις πυρσούς, δύο ….», ο κατάλογος έμοιαζε να μην έχει τελειωμό, οπότε ο ψαράς μας τους διέκοψε σηκώνοντας τα χέρια του αγανακτισμένος και δείχνοντας το βαρκάκι.
«Ώπα- ώπα, βαστάτε ωρέ παιδιά! Άμα τα βάλω ούλα αυτά μέσα, εγώ μετά που θα μπω;»